Παρασκευή 26 Μαΐου 2017

Ο θρόνος της μοναξιάς

Αν θες να κάνεις κάτι σωστά, κάντο μόνος σου. Από τις πιο μεγάλες μπούρδες που έχω πιστέψει ποτέ μου είναι αυτή. Η αλήθεια είναι ότι το είχα σαν μόττο ζωής και λογικό θα ήταν να ήμουν απόλυτος απέναντι σε κάθε αμφιβολία. Και όντως ήμουν μέχρι πριν λίγο καιρό. Πλέον καταλαβαίνω ότι λίγα είναι αυτά που μπορείς να καταφέρεις μόνος. Κανείς δεν έχει όλη τη γνώση του κόσμου, κανείς δεν είναι ο πιο έξυπνος, κανείς ο πιο θαρραλέος. Οι άνθρωποι υπάρχουμε για να κινητροδοτούμε ο ένας τον άλλον, ναι, ακόμα και αν ανάμεσά μας αναπτύσσονται και υφέρπουν αισθήματα πιο σκοτεινά, όπως η ζήλεια, ο φθόνος, η μικρότητα.

Δεν είναι απαραίτητα η φιλία το αντίθετο της μοναξιάς, ούτε ο έρωτας. Πιο πολύ πορευόμαστε κάνοντας συμφωνίες με ανθρώπους που βρίσκονται μπροστά μας και για κάποιο χρονικό διάστημα τα συμφέροντά μας συμπίπτουν. Κατά τα άλλα υπάρχει και η συνήθεια ή η εξάρτηση. Αυτά είναι τα πλαίσια στα οποία χτίζονται οι σχέσεις. Σε καμία περίπτωση δεν υπάρχει κάτι πραγματικά μεμπτό. Κι εδώ όποιος διαβάζει θα διαφωνήσει. Πρέπει όμως να δούμε ότι καθένας κάτι επιθυμεί από κάποιον άλλον και είναι μαζί του επειδή ξέρει ότι θα απολαμβάνει αυτό που επιθυμεί από αυτή τη σχέση. Αυτός που χειραγωγεί ικανοποιεί την εξουσιομανία του, αυτός που χειραγωγείται αισθάνεται ότι κάπου ανήκει, ότι έχει σκοπό, έχει έναν ώμο σκληρό για να γείρει. Βλέπουμε λοιπόν ότι και στα πιο παράδοξα "δεσίματα" υπάρχει αυτό το minimum απαιτούμενης συναίνεσης και αμοιβαίας θέλησης. Για να το δούμε όμως πρέπει λίγο να απογυμνώσουμε τα πράγματα από ηθικούς χρωματισμούς και να τα εξετάσουμε υπό το πρίσμα της σχετικότητας. Είναι μια αμφιλεγόμενη λέξη και συχνά στο όνομά της έχουν νομιμοποιηθεί εγκλήματα και συμπεριφορές μισάνθρωπες. Είναι αλήθεια, αλλά και οι προαιρέσεις μας είναι ακόμα πιο αληθινές, οπότε και ο υποκειμενισμός δείχνει να είναι μια πραγματικότητα.

Το ζήτημα είναι ότι πάλι ο σχετικισμός, ο υποκειμενισμός ήταν κάτι που σιχαινόμουν, όπως κατά βάθος αντιπαθούσα κι αυτούς που τον επικαλούνταν. Παρ' όλα αυτά έχουμε χρέος να κοιτάξουμε ήρεμα και με μια  ματιά τρίτου τα κίνητρα που κατευθύνουν τις πράξεις μας. Ο καθένας έχει διαμορφώσει μια δική του άποψη για το τι είναι η ζωή, πώς πρέπει να την περάσει και τι θέλει από αυτή. Δε νομίζω ότι μπορούμε να λυγίσουμε τελείως τη θέληση του άλλου, να τον πείσουμε για μια στροφή 180 μοιρών. Μόνο η βία φέρνει τέτοια αποτελέσματα που βέβαια στο τέλος καταρρέουν σαν χάρτινοι πύργοι. Πιστεύω ότι η συντομία της ζωής δεν επιτρέπει αγκυλώσεις και εμμονές πέραν ενός βαθμού. Πρέπει να προσπερνάμε, να αφήνουμε πίσω, να εγκαταλείπουμε ενίοτε, να προσπαθούμε να αλλάξουμε και οι ίδιοι. Σε κάθε περίπτωση δεν είναι δικιά μας δουλειά να αλλάξουμε τους άλλους, να αλλάξουμε τον κόσμο. Δεν έχουμε τέτοιο δικαίωμα, πόσο μάλλον τη δύναμη. Κι αυτό γιατί είμαστε πολύ μικροί μπροστά στον κόσμο.

Ναι, άλλο ένα συμπέρασμα που το άκουγα χρόνια τώρα αλλά δε με έπειθε. Ήρθε όμως το πλήρωμα του χρόνου την κατάλληλη στιγμή και άνοιξε νέες πόρτες στο κεφάλι μου. Μικρότερος πίστευα πως έχω να επιτελέσω ένα σκοπό ανώτερο, μαζί με άλλους που θα πιστεύαμε στο ίδιο όραμα (γελάω ξεκάθαρα). Το φοβερό είναι ότι μικρότερος πίστευα ότι είμαι αθάνατος. Ναι, κι εσύ το πίστευες κάποτε ή μπορεί να το πιστεύεις ακόμα. Δεν ξέρω τι με επηρέασε. Μάλλον μεγαλώνω και το καταλαβαίνω. Το σώμα μου μού κάνει παράπονα πιο συχνά, δεν αντέχω τις κρεπάλες όπως παλιά. Ακόμα προβαίνω σε υπερβολές στο ποτό ή στο φαΐ και βέβαια με περιμένει στη γωνία η τιμωρία. Ίσως να μέτρησε η κρίση, ίσως το ότι πια δεν ψάχνω τους μύθους και τις σοφίες αλλά πώς θα βρω μια δουλειά και έναν τρόπο να ζω αξιοπρεπώς και στα δικά μου πόδια παράλληλα (σχεδόν αδύνατο). Ίσως να φταίει και που ο θάνατος αρχίζει και βαράει πιστολιές όλο και πιο κοντά στο περιβάλλον μου. Σε κάθε περίπτωση, είμαι μικρός, η κάθε μέρα μου έχει το νόημα που έχει και όχι κάποιο νόημα που πρέπει να της δώσω εγώ. Ξυπνάω, μαθαίνω, ενημερώνομαι, δουλεύω (αν υπάρχει τέτοια δυνατότητα), αγχώνομαι, εκνευρίζομαι, βρίζω (και πολύ μάλιστα), με πιάνουν κυκλοθυμίες, προσπαθώ να ερωτευτώ απελπισμένα πλέον, τόσο που ίσως και να το ευτελίζω. Μάλιστα, ως προς αυτό, δεν ξέρω πια αν με νοιάζει η επιτυχία ή μόνο η διεκδίκηση για την αίσθηση που προσφέρει αυτό το κυνήγι. Κυνηγώ λοιπόν, μιζεριάζω, απαισιοδοξώ, βαριέμαι, πού και πού διαβάζω ή βλέπω ταινίες-σειρές για να αποδράσω από την πραγματικότητα εν είδει πρέζας. Τέλος, πέφτω για ύπνο και ή θα κοιμηθώ ή θα ξενυχτίσω προσπαθώντας να καθησυχάσω το υπαρξιακό μου άγχος. Δε με χαλάει τίποτα, όλα είναι στο πρόγραμμα, πάω παρακάτω, εξάλλου αυτό πρέπει να κάνω. Επίσης γελάω αρκετά και κυρίως γελάω με πράγματα που αφήνουν μια πικρία. Προτιμώ τον αυτοσαρκασμό, σιχαίνομαι την κανιβαλιστική ειρωνία που είχαν κάποιοι παλιόφιλοί μου. Γελάω με τα στερεότυπα του ναρκισσισμού και της σημασίας που μάταια προσπαθούμε να δώσουμε στους εαυτούς μας αγνοώντας το πόσο πεπερασμένοι είμαστε. Κάνω αστεία πιασμένος από τις δικές μου αδυναμίες δείχνοντας ότι οι πληγές, οι αδυναμίες μου δεν είναι η καταστροφή μου αλλά ο λόγος που συνεχίζω να ζω. Προτιμώ να γελάω με τον εαυτό μου για έναν και μόνο λόγο, γιατί είμαι μικρός.

Το ξέρω, δεν είναι μια εύκολη διαπίστωση, δεν το δέχεσαι εύκολα. Κάποιοι θα έλεγαν ότι όλα αυτά είναι λόγια αυτοκαταστροφής. Αυτοί ή θα είναι οι εξηντάρηδες γονείς που κάνανε ό,τι κάνανε και δεν ξεγίνεται τίποτα από αυτά πια (καμένα χαρτιά κοινώς) ή λοβοτομημένοι μαλάκες της θετικής σκέψης, "εκάς, αμφότεροι!". Αλλά δε θέλει πολύ. Μια στιγμή αληθινής, αγνής μοναξιάς για να τα πείτε με τον εαυτό σου, μια βόλτα κάπου ψηλά, καμιά μπύρα και η θέα της πόλης στα πόδια σου. Η ζωή σου παίζει παιχνίδια κι εσύ είσαι το πιόνη της, παίζεις με τους κανόνες της. Αλλά μακριά από δουλειά, εργοδότες, ταμεία, υποχρεώσεις, λεφτά, νοίκια, γκόμενους/ες, οικογένειες, καθημερινότητα, όλα είναι πιο καθαρά. Δε βλέπεις το παιχνίδι από μέσα αλλά από ψηλά, έχεις την πλήρη εικόνα και καταλαβαίνεις ότι πράγματι είσαι μικρός.

Πρόσεξε όμως, το ότι είσαι μικρός δεν υποδηλώνει την αξία σου, αλλά τη θέση σου σε αυτόν τον κόσμο. Είσαι εδώ να παίξεις το ρόλο σου μέσα σε ένα γενικά εχθρικό περιβάλλον. Δεν έχω διαβάσει Φρόυντ αλλά για την όποια δυστυχία μας ένα ασφαλές συμπέρασμα μπορώ να βγάλω. Θέλουμε να επιστρέψουμε στην κοιλιά της μάνας μας. Μας έχει χαλάσει πολύ άσχημα αυτός ο αποχωρισμός. Μάλλον κάτι θα ξέρανε οι παλιότεροι που έφτιαχναν τους τάφους τους θολωτούς.Σε αυτή την παλιοκατάσταση καλείσαι να δώσεις το καλύτερο δυνατό performance σου. Χωρίς να το ξέρεις εν τω μεταξύ το κάνεις. Και το γαμάτο είναι ότι δε χρειάζεσαι ούτε καν μία πρόβα.

Η μοναξιά ομολογουμένως και να λυτρώνει λοιπόν. Ξεκαθαρίζει τα πράγματα, τα απλοποιεί, μειώνει τις εντάσεις, απομυθοποιεί τους ανθρώπους, κατευνάζει τις επιθυμίες, μας βάζει στη θέση μας. Τη συστήνω ανεπιφύλακτα σε τακτές και μικρές δόσεις με καλή μουσική, λίγη μπυρίτσα και μια καλή θέα. Εκεί μπορείς να νιώσεις πράγματι μικρός, ένας μικρός και μόνος βασιλιάς καθισμένος στο θρόνο του, στο θρόνο της μοναξιάς.


Καλή θέαση!






Παρασκευή 6 Μαΐου 2016

Fak politikal korektnes!

Έχω βγει βόλτα με ένα φίλο στο Μεταξουργείο, ένα από τα πιο ιν μέρη της Αττικής, εκεί όπου κάθε πονεμένη και ευαίσθητη χιπστεράδικη ψυχή της πρωτεύουσας μπορεί να βρει τον εαυτό της και να αφεθεί σε μια εναλλακτική καθημερινότητα, από τα περίτεχνα μούσια μέχρι τις εναλλακτικά σκατωμένες τουαλέτες των μαγαζιών. Συναντάμε με τον φίλο μου δύο φίλες και πάμε σε ένα γνωστό μαγαζί της περιοχής. Είναι Σεπτέμβρης, υγρασία, είμαι μετά από δουλειά, ιδρώνω εύκολα γενικά, δεν είναι ρε παιδί μου το στοιχείο μου το κέντρο της Αθήνας και ειδικά με ζέστη. Δεν παίζει και καμιά τρελή διάθεση από κανέναν από τους τέσσερις και λέω "Εδώ είμαστε, εποικοδομητική έξοδος στο κέντρο της πόλης, το γεμάτο με τόσες συγκινήσεις και δηθενιάρικο ρεαλισμό, δεν έχω καλύτερο ρε φίλε!"

Κάποια στιγμή μιλάγαμε για ένα άλλο μαγαζί και λέγαμε τι είδους κόσμος πατάει εκεί κατά βάση. Ο φίλος μου λέει "Ε εκεί πατάνε κυρίως γκόμενες." Δε μου προξένησε καμία συγκίνηση η λέξη, είτε έλεγε γυναίκες είτε έλεγε γκομενάκια είτε έλεγε μουνιά το ίδιο θα μου καθόταν. Και ξέρεις γιατί; Γιατί καθόμασταν με "φίλες" και γενικά ξέρω ότι όταν είσαι σε μια παρέα με φίλους δε χρειάζεται να πολυπροσέχεις πώς θα εκφράζεσαι και γενικά τα όρια ανάμεσα στη σκληρή κουβέντα και την προσβολή είναι πιο χαλαρά, άσε που δεν υπήρχε και κάποιος εκεί γύρω για να τον προσβάλει το παιδί.

Παρ' όλα αυτά το γυναικείο μπλοκ (τυχαίως είχαν κάτσει και οι δύο απέναντί μας) σύσσωμο λέει "μην τις λες έτσι ρε τάδε... δεν είναι σωστό". Δεν ανασκέυασε, δεν το έκανε θέμα, δεν το έκανα κι εγώ. Συνέβη κάτι χειρότερο ωστόσο. Λίγο αργότερα μια και δεν με πολυενδιέφερε η παρέα σκεφτόμουν αυτό το μικρό συμβάν και άρχισα να αισθάνομαι ενοχές. Δεν ήταν ενοχές απέναντι σε κάποιο φανταστικό γυναικείο φίλου που προσβάλλεται αυτοστιγμή απανταχού και συλλήβδην. Αισθάνθηκα ενοχή γιατί δεν υπερασπίστηκα τον φίλο μου και ακόμα περισσότερο επειδή σιώπησα μπροστά σε αυτή την ανούσια διόρθωση η οποία δεν είχε σαν σκοπό να επανορθώσει ας πούμε κάποια αλήθεια αλλά απλά να λειάνει ένα τραχύ δρόμο, να στομώσει μια και καλά "αιχμηρή" έκφραση. Ένιωσα άσχημα επειδή το βούλωσα.

Λίγα χρόνια νωρίτερα είμαι με φίλους πάνκηδες στα Εξάρχεια, άνδρο του κοινωνικού αγώνα, της ελευθερίας και της παρεξηγημένης παρακμής. Γενικά μπορείς να πεις ότι έχω βίτσιο με την ελληνική μυθολογία, ναι μπορείς να το πεις. Αρχίζω λοιπόν να μιλάω για τον αγαπημένο μου ήρωα, τον Προμηθέα. Ναι, μιλούσα για αυτόν που σύμφωνα με το μύθο ελευθέρωσε τον άνθρωπο από την τυραννία του φόβου των θεών και θυσιάστηκε γι' αυτόν χωρίς το παραμικρό αντάλλαγμα. Αλλά γυρνάει ένας φίλος και μου λέει "να σου πω ρε φίλε λίγο πιο σιγά όμως...". Μάλιστα, επειδή απλά είναι μια λέξη αρχαΐζουσα πρέπει να πέφτει λογοκρισία αφού φαντάζομαι ο μοναδικός Προμηθέας που είναι δεκτός στα Εξάρχεια είναι αυτός.



Η πολιτική ορθότητα είναι μια ακόμα κοινωνική μάστιγα των ημερών. Οι λόγοι είναι απλοί και βρίσκονται βέβαια εγγύς του ίντερνετ. Το ίντερνετ και δη το φθηνό ίντερνετ έχει δώσει την εσφαλμένη εντύπωση στον κόσμο ότι το "έχω μια άποψη" είναι το ίδιο με το ότι "πρέπει να έχεις την ίδια άποψη με μένα". Αυτό παρατηρείται σε διάφορες περιπτώσεις τη σήμερον ημέρα. Το γεγονός ότι βρισκόμαστε στα κάγκελα έχει αναθρέψει καλά την τάση μας να βλέπουμε εχθρούς σε κάθε γωνία έτοιμους να μας σβερκωθούν και να μας τη φέρουν. Υπάρχει μια τάση να χαρακτηριστεί πλέον πολύ πιο εύκολα κάποιος ρατσιστής, μισογύνης, σεξιστής, φασίστας, λιγούρι, ανάρχας ή φιλελές, θεούσος ταλιμπάν ή ομοφοβικός, τρανσφοβικός, ξενοφοβικός κλπ. Το διαδίκτυο μας δίνει μια ακαταμάχητη ευκολία να εντοπίσουμε τους αντιφρονούντες και να τους γαμήσουμε επί τόπου (λεκτικά πάντα γιατί κατά τα άλλα είμαστε και λίγο κλασομπανιέρες). Το χειρότερο δε είναι ότι έχουμε μια φοβερή προθυμία να κολλήσουμε ρετσινιά σε ανθρώπους που δε γνωρίζουμε, αγνοούμε το υπόβαθρο, την ιστορία τους, το περιβάλλον και το παρελθόν τους και το πώς συμπεριφέρονται καθημερινά στη ζωή τους, στο διπλανό τους, άσχετα από αυτά που λένε. Μάλιστα, δε σταματάμε εκεί. Στην εποχή που τα πάντα είναι σχετικά (αυτό το πιστεύετε εσείς, όχι εγώ αλλά είναι άλλη κουβέντα), όλα γκριζάρουν και τίποτα δεν είναι μαύρο ή άσπρο, εμείς με έρεισμα δηλώσεις και μόνο δηλώσεις τολμάμε με περίσσια ευκολία να χωρίζουμε τους ανθρώπους σε καλούς και κακούς.


Μιλάμε επί της ουσίας για κάποιο είδος ιδιωνύμου εγκλήματος, πράγματα θεσμοθετημένα σε καταστάσεις περιορισμένης δημοκρατίας, σε χούντες και λοιπά λαμπρά καθεστώτα.Το οξύμωρο είναι ότι οι διαχωρισμοί αυτοί μεταξύ καλών και κακών γίνονται από ανθρώπους που διακηρύττουν εαυτούς ως υπερασπιστές των ανθρωπίνων και κοινωνικών δικαιωμάτων, το δικαίωμα στην ισότητα, στη σεξουαλική ταυτότητα, στην ελευθερία ασχέτως χρώματος, φύλου, καταγωγής, θρησκευτικής ή πολιτικής πεποίθησης. Σιγά σιγά βλέπουμε τους υπερασπιστές του λόγου να γίνονται αστυνομία του λόγου. Αστυνομεύεται ο λόγος του μίσους (ορθά), αστυνομεύεται όμως ταυτόχρονα το χιούμορ και η ελεύθερη ανάπτυξη των σχέσεων και της προσωπικότητας όσο κι αν φαίνεται παράλογο σε κάποιους.

Και θα πει κάποιος "όχι ρε φίλε δεν είναι το ίδιο, οι ομοφυλόφιλοι, οι γυναίκες, οι αλλοδαποί είναι μειονότητες και πρέπει να προστατεύονται". Σωστό μαν μου! Αλλά δε λες όλο το επιχείρημά σου, στο υπόλοιπο βάζεις αστερίσκο! Γιατί; Μήπως είσαι πονηρούλης; Δε μας λες ότι για να γίνει αυτό πρέπει να περιοριστεί η ελευθερία στον τρόπο που εκφράζεται κάποιος ο οποίος δεν είναι και υπέρμαχος των μειονοτήτων αλλά δεν είναι και εχθρός τους. Τελικά τα πράγματα ρε παιδιά είναι άσπρα-μαύρα ή γκρίζα; Μπορεί δηλαδή ένας άνθρωπος να μην είναι ούτε εχθρός ούτε φίλος κάποιου άλλου ή πρέπει να είναι ντε και καλά κάτι απ' τα δυο; Περιορισμός δικαιώματος λόγου σε γενικές γραμμές για οποιονδήποτε λόγο είναι περιορισμός ζωτικού δικαιώματος του ανθρώπου, ασχέτως για ποιο λόγο γίνεται. Το να σου μειώσουν τη σύνταξη εντάσσεται στα πλαίσια μιας πολιτικής επιλογής καλώς ή κακώς. Το να δέχεσαι λογοκρισία και να ενοχοποιείται-ποινικοποιείται ο λόγος σου έχει να κάνει πλέον με ανελευθερία και όχι με πολιτικές επιλογές. Δεν είναι τυχαίο ότι όταν ψηφίστηκε το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο στη χώρα μας, καθίσαν και το συζήτησαν και συνταγματολόγοι γιατί βλέπεις το να ποινικοποιηθεί αυτό που λες (δεν είναι παράνομο μόνο το τι λες αλλά και ότι το λες καθώς αν έμενε μόνο ως σκέψη δε θα ήταν παράνομο, λέγεται, άρα είναι πράξη, άρα παράνομη πράξη) δεν είναι και μικρή υπόθεση.

Επικαλούμαι τη λογική και σκέφτομαι κάτι απλό. Τα προβλήματα ανισότητας δε λύνονται με την εδραίωση μιας διαφορετικής ανισότητας. Είναι σαν οι μάγισσες στο μεσαίωνα να αρχίσουν να καίνε τους παπάδες (δε θα έβλαπτε μεταξύ μας αλλά δε θα οδηγούσε και σε κάποια καλύτερη κατάσταση). Κάτι τέτοιο προσπάθησαν και οι μπολσεβίκοι ρίχνοντας τη μοναρχία στη Ρωσία. Οι φτωχοί υπερασπίστηκαν τα δικαιώματά τους και πνίξανε στο αίμα τους καταπιεστές και δολοφόνους τους. Κι αυτό για να γίνουν αυτοί με τη σειρά τους δολοφόνοι. Όλα καθώς φαίνεται έχουν να κάνουν με το ποιος θα είναι από πάνω και είναι φυσικό αφού αυτός που είναι από πάνω έχει δίκιο και η δική του βία είναι δίκαιη και νόμιμη. 

Και για να πούμε και κάτι άλλο ρε παιδιά, ο politically correct τύπος δεν είναι και τόσο cool όσο θέλει να δείχνει. Από μόνος του έχει αποκλείσει ένα μεγάλο κομμάτι χιούμορ και γέλιου από τη ζωή και την καθημερινότητά του. Νομίζω ότι βαθιά ένα τέτοιο άτομο έχει φοβερές ενοχές, νομίζει ότι όταν μιλάει σε αγνώστους πατάει πάνω σε ναρκοπέδιο μη και θίξει κάποιον. Ένας τέτοιος τύπος το μόνο που κάνει είναι να ευνουχίζει το νου και την ψυχή του, να προτάσσει την ανάγκη του να είναι αρεστός μπροστά στην ανάγκη να είναι αληθινός. Κι ένας τέτοιος άνθρωπος, πέραν του ότι είναι μια κινητή κατάθλιψη είναι και ένας άνθρωπος αντιπαθής. Εδώ εγώ που είμαι grammar nazi, έχω θαίμα με την ωρθογραφία ρε παιδί μου, μου έχει κοστίσει σε φίλους, φαντάσου πόσο πιο βαρύ φορτίο κουβαλάνε οι φεμινιστές, οι ομοφυλοφιλόφιλοι και οι διάφοροι φύλακες των αδυνάμων.

Σε κάθε περίπτωση μάγκες, η ελευθερία του λόγου βρίσκεται σε ανώτερη μοίρα από το δικαίωμα του καθενός να μη θίγεται και να μην προσβάλλεται. Για το λόγο αυτό είναι εντάξει καμιά φορά η γυναίκα να λέγεται γκόμενα, ο έγχρωμος να λέγεται nigga ή και αράπης, ο ομοφυλόφιλος αδελφή, ακόμα και για πλάκα. Κι αυτό επιτρέπεται για έναν απλό λόγο. Επειδή δεν είναι οι λέξεις που προσβάλλουν παλιομαλάκες, αλλά οι προθέσεις. Αλλά αυτό φαίνεται κάποιοι δεν έχουν χρόνο να το επεξεργαστούν. Τους είναι πολύ πιο εύκολο και πρακτικό να κατηγορούν και να καταδικάζουν. Κάποιοι θέλουν να πιστεύουν ότι αλλάζουν τον κόσμο με το να ποστάρουν και να γκαρίζουν για δικαιώματα που στην τελική δεν προσβάλλονται αλλά απολαμβάνουν και προστασίας ενίοτε και αγνοούν ότι απλά υποκρίνονται και ψάχνουν για κλακαδόρους. Κάποιοι νιώθουν ότι είναι κάποιοι όχι γνωρίζοντας ποιοι είναι αλλά φτιάχνοντας εχθρούς. Κάποιοι μάλλον τρώγονται με τα ρούχα τους και λένε τα αυτονόητα. Κάποιοι σιχαίνονται τη βία αλλά εύκολα υψώνουν το δάχτυλο προς εκείνον με τον οποίο διαφωνούν. Κάποιοι δεν αρκούνται στο να είμαστε ίσοι. Θέλουν να είμαστε και όμοιοι. Αυτοί οι κάποιοι μπορούν να πάνε να γαμηθούν μαζί με την πολιτική ορθότητά τους.














Σάββατο 1 Αυγούστου 2015

Ο Λέων

Αυτοί που κάνουν αυτοσκοπό τους το να διαφέρουν πέφτουν σε μια τρομερή παγίδα. Καταλήγουν να μοιάζουν σε κάποιους που θεωρούν πρότυπα διαφορετικότητας. Κοινώς μαθαίνουν να διαφέρουν μοιάζοντας σε κάποιον άλλον...



Ο Λέων δε μοιάζει σε κανέναν. Είναι αυθύπαρκτος κι αυτό του το επιτάσσει η ίδια του η μοίρα. Δεν έχει το δικαίωμα να κάνει κάτι που έχει κάνει κάποιος προκάτοχος. Ο Λέων γεννιέται και είναι αντιμέτωπος με ένα απλό δίλημμα: Ζεις ή πεθαίνεις.

Ο Λέων μαθαίνει με τον πιο σκληρό τρόπο. Από την πρώτη του ανάσα μέχρι την τελευταία έχει μια μάχη να δώσει. Να τηρήσει τη φύση του, να τιμήσει το πεπρομένο του πάνω σ' αυτόν τον κόσμο, να παλέψει για τη ζωή του, για την ίδια τη Ζωή.

Και δεν υπάρχει στιγμή που ο αγώνας αυτός να σταματά. Ακόμα κι όταν βυζαίνει το γάλα της μάνας του, ακόμα κι όταν τρίβεται και παίζει με τα αδέρφια της αγέλης του δεν κάνει τίποτα άλλο από το να τιμά την ύπαρξή του, να υπακούει στο πρόταγμα της φύσης του, της Ζωής.

Δεν υπάρχει στιγμή ανάπαυλας. Υπάρχει το σκοτάδι του θανάτου, η ορμή της επιβίωσης και υπάρχουν και οι μεγαλύτεροι δάσκαλοί του, που δεν είναι άλλοι από τους ίδιους τους εχθρούς του. Αυτοί του δείχνουν την αξία του σκοπού του, την αξία κάθε ανάσας και κάθε ματιάς που θα ρίξει πάνω στην ξερή σαβάνα που τον φιλοξενεί.

Ο Λέων ζει για τη μάχη, η ζωή του είναι η μάχη. Γεννιέται στο σφρίγος της. Από την πρώτη στιγμή νιώθει τη ζεστασιά του κόσμου που τον αγκαλιάζει μα είναι έτοιμος να τον κάψει, βιώνει το χάος της ζωής, μιας ζωής που συμπεριφέρεται σαν μητέρα αλλά και σαν ο πιο θανάσιμος εχθρός συνάμα. Και κάπως έτσι γεννιέται μια σχέση αγάπης και μίσους εκατέρροθεν χωρίς τέλος. Ο Λέων είναι εξαρτημένος από αυτή την αντίφαση, ζει γι' αυτή κι εκείνη του ανταποδίδει αυτή την αγάπη με ένα ασυγκράτητο παθιασμένο μίσος. Ο Λέων μαθαίνει να ζει, επειδή μαθαίνει να παλεύει.

Βαδίζει περήφανα, βρυχάται και τρέμει η γη κάτω από τα πόδια του. Δε δέχεται τίποτα λιγότερο από την αυθυπαρξία του. Κάθε κίνδυνος, από την ύπουλη ύαινα μέχρι το νέογέννητο αρσενικό της αγέλης σημαίνει θάνατος. Ζει παρέα με το θάνατο, νιώθει την ανάσα του στο πλάι του από την πρώτη στιγμή.

Κατηγόρησέ τον για την αγριότητά του, για τη βασιλική του αλαζονεία, για τη σκληρότητά του στους διαδόχους του, για την "απανθρωπιά" του. Για ένα όμως δεν μπορείς να πεις κάτι. Για την αξιοπρέπειά του. Ο Λέων ζει σε ένα κόσμο σκληρό, βιώνει το διωγμό από μικρός, περιπλανιέται και ανησυχεί γι' αυτά που έχουν όντως σημασία. Για τη διαιώνισή του, την αγέλη που πρέπει να αποκτήσει, για τη λέαινα, για το βασίλειό του, για τον κόσμο που πρέπει να χτίσει και να παραδώσει μέσα στη σύντομη ζωή του. Κι όλα αυτά πασχίζει να τα χτίσει από το μηδέν. Από τη μοναξιά με μόνη παρέα το θάνατο και τον κίνδυνο ξεκινά για το άγνωστο και αμφίβολο ταξίδι του. Θα βαδίσει σε δρόμους που άλλοι λέοντες δε γνώρισαν ποτέ. Θα έχει την τύχη να ζήσει μια ζωή που κανείς άλλος δε θα ζήσει. Δε μοιάζει σε κανέναν. Έχει τα ίδια ένστικτα αλλά διαφορετική πορεία, διαφορετικούς σταθμούς και διαφορετικά βιώματα.

Ο Λέων έμαθε να είναι σκληρός. Γι' αυτό και κυνηγάει χωρίς έλεος, διεκδικεί τη μερίδα του χωρίς κουβέντα γιατί τη δικαιούται, δε δέχεται κανέναν σφετεριστή στην εξουσία του. Μόνο αυτός που θα είναι αρκετά άξιος να τον νικήσει σε μάχη θα τον διαδεχτεί γιατί κι εκείνος έτσι πήρε όσα πήρε. Γιατί μέσα από τη φλόγα της μάχης και της διεκδίκησης αναδεικνύεται η αξία. Και η πυξίδα της αξίας του Λέοντα είναι μία, η Αξιοπρέπεια.

Την Αξιοπρέπεια αυτή μας τη φέρνει ο Λέων με ατράνταχτα πειστήρια. Πειστήρια είναι τα σημάδια στο πρόσωπό του. Κάθε σημάδι είναι και μια στιγμή που δε δείλιασε. Κάθε σημάδι είναι μια στιγμή νίκης του ενστίκτου της επιβίωσης, της τιμής επάνω στο κενό αίσθημα του φόβου, επάνω στο θάνατο.
Κάθε βρυχηθμός είναι μια υπενθύμηση του ποιος είναι ο πιο άξιος, ο πιο δυνατός και ο πιο αξιοπρεπής μέχρι αποδείξεως του εναντίου. Κάθε λάθος του ένα νέο δίδαγμα, κάθε πτώση του με κόστος βαρύ είναι ένας λόγος για να πέσει πιο δύσκολα την επόμενη φορά. Η αγέροχη ματιά του μαρτυρά την πορεία του στον κόσμο, τις θυσίες και τους φόβους που ξεπέρασε για να ζήσει τη ζωή του νικητή, τη ζωή του βασιλιά, του δημιουργού του ίδιου τού του κόσμου μέσα στο χάος του Πολέμου.

Ο Λέων είναι ο βασιλιάς, ο πολεμιστής, ο εραστής, ο αρχηγός, ο ονειρευτής, ο κυνηγός, ο δημιουργός, η Αξιοπρέπεια. Όσο βρίσκεται μέσα μας ας τον τιμούμε κι ας τον καλούμε στις στιγμές που πρέπει. Όσο υπάρχει σαν σύμβολο στους μύθους μας και στα άστρα ας είναι φάρος για τις άγριες και φωτεινές μας σκέψεις. Όσο ακόμα ζει ανάμεσά μας ας τον αντιμετωπίζουμε με τον σεβασμό που του πρέπει, του απόμακρου δασκάλου που δε φοβάται να βγει στο φως και να μας δείξει το δρόμο για να γίνουμε κι εμείς αξιοπρεπείς μοναδικότητες.


Παρασκευή 6 Φεβρουαρίου 2015

Έγερσις

Ορισμένες φορές οι συνθήκες που αντιμετωπίζουμε μας βρίσκουν απροετοίμαστους. Ορισμένες φορές γινόμαστε έρμαια των καταστάσεων τριγύρω είτε μπορούμε εν τέλει να τις ελέγξουμε είτε όχι. Κι αυτό οφείλεται μόνο σε μια δικιά μας οικειοθελή αναποφασιστικότητα.

Η ανθρώπινη σκέψη διαγράφει μια πορεία μέσα στο χοροχρονικό συνεχές της ζωής. Η σκέψη και η πορεία της πάνω στο χώρο και στο χρόνο είναι που διαμορφώνουν αυτό που λέμε "ζωή". Είναι τόσο τρελή η "σκέψη" ότι χόρος, χρόνος, ζωή, κόσμος είναι όλα έννοιες που υπάρχουν καθαρά και μόνο εξαιτίας μας, εξαιτίας σου και εξαιτίας μου. Δεν μπορούσα να μην αναφερθώ σε αυτό όσο άσχετο κι αν είναι με το κυρίως θέμα της ανάρτησης. Γι' αυτό πάμε παρακάτω.

Η σκέψη λοιπόν διαμορφώνει τη ζωή και τον κόσμο. Τι διαμορφώνει όμως τη σκέψη; Ποιο είναι το φίδι που σέρνεται πονηρά πίσω από το αβγό; Ποια είναι η μήτρα; Ποια είναι η δύναμη που έχει δώσει αέναη ώθηση στα πάντα και αυτά υπακούν στο κάλεσμα της αέναης κίνησης; Τι διαμορφώνει τη σκέψη, ποια είναι η μάνα της σκέψης, της αντίληψης και της περιγραφής που δίνουμε δηλαδή εμείς στον κόσμο, στην ίδια μας τη ζωή;

Μπορεί να υπάρξει ο κόσμος, το σύμπαν χωρίς τον άνθρωπο. Αν και διαφωνώ σε πολλά με τους επιστημονιστές-υλιστές θα συμφωνούσα μαζί τους και θα έλεγα πως "ναι, μπορεί να υπάρξει το σύμπαν χωρίς την ύπαρξη του ανθρώπου". Αλλά το ερώτημα δεν έχει τεθεί στη σωστή του αφετηρία. Το ορθό ερώτημα που πρέπει να κάνουμε πριν το προαναφερθέν είναι το εξής: "Ο κόσμος μπορεί να υπάρχει χωρίς την αντίληψή του;". Με άλλα λόγια, μπορεί το ο,τιδήποτε να διεκδικεί την ύπαρξη, την υπόστασή του όταν δεν μπορεί να μπει σε κάποια νοητικά πλαίσια, όταν δεν βρίσκεται στα όρια ενός ορισμού, όταν τέλος πάντων, δεν υπάρχει ένα μυαλό, ένας νους , μια νόηση που να νοηματοδοτεί το σύμπαν;

Μπορεί λοιπόν να υπάρχει κάτι χωρίς να προϋπάρχει αυτού του κάτι, κάτι άλλο, που να αντιλαμβάνεται την ύπαρξη αυτού του κάτι; Αν λοιπόν Χ είναι το σύμπαν, δεν μπορεί να υπάρχει αυτό το Χ αν δεν υπάρχει πριν από αυτό ένας Ψ νους που να αντιλαμβάνεται την ύπαρξη του Χ σύμπαντος. Τα πράγματα για το Χ είναι εύκολα στην περίπτωσή μας. Αν δεν υπάρχει ο Ψ απλά δεν υπάρχει και το Χ και end of story. Αν από την άλλη ο Ψ υπάρχει, το Χ πάλι δεν επηρεάζεται διότι το Χ δεν έχει κάποια ας το πούμε "υποχρέωση να αντιληφθεί κάτι". Ο κόσμος, το σύμπαν λέει απλά "είμαι εγώ και είμαι εδώ και τώρα". Ο Ψ ωστόσο, ο νους, αυτός φέρει ένα βάρος, μια ευθύνη απέναντι στο σύμπαν. Έχει ευθύνη να νοήσει το σύμπαν, να αντιληφθεί την ύπαρξή του, πρόσεξε, δε λέω να μάθει το σύμπαν και να ξεκλειδώσει τα μυστικά του, αυτό είναι άλλη κουβέντα. Ο Ψ, ο Νους έχει χρέος να πει αυτές τις λέξεις "είμαι εγώ, είμαι εδώ, τώρα και το ξέρω". Ο Νους είναι κομμάτι του σύμπαντος αλλά σε αντίθεση μ' αυτό (το σύμπαν-κόσμο) πρέπει να κατανοήσει. Πρέπει να κατανοήσει 1ον ότι είναι, 2ον ότι είναι κομμάτι του σύμπαντος και 3ον πρέπει να κατανοήσει το σύμπαν. Αυτά τα τρία επίπεδα νόησης είναι που αποτελούν και το πρώτο σκαλί της αυτοαντίληψης, της εξέλιξης του όποιου ανθρώπινου μεγαλείου ή αποπάτου. Για να αποκτήσει αυτά τα τρία skills η σκέψη, ο Ψ Νους, χρειάζεται κάτι άλλο που προηγείται ακριβώς της σκέψης. Μιλάμε φυσικά για τη Μητέρα της Σκέψης, τη Μάνα του Νου, μιλάμε για τη Θέληση.






 Η πίστη, δηλαδή η Θέληση, λέει ο λαός, κινεί και βουνά. Η αληθινή Θέληση ενός ανθρώπου είναι αδύνατο να καμφθεί παρά τα εμπόδια και τις αντίθετες δυνάμεις. Η Θέληση θα μπορούσαμε να πούμε είναι ο ποιμένας της Ανθρωπότητας. Οι άνθρωποι χωρίς σκέψη δε διαφέρουν από τα πρόβατα σε κάτι. Ένας αδέσποτος αμνός δεν ενδιαφέρεται για τίποτα πέραν των περί της επιβιώσεώς του επιτηδευμάτων. Από κει και πέρα, δεν υπάρχει χώρος για ενασχόληση με το πνεύμα, τα κοινά, με ένα σχέδιο μεγαλύτερο από την αυστηρή διατήρηση στη ζωή. Η συνύπαρξη, η ασφάλεια, η εξάπλωση, η διαιώνιση, η κερδοφορία του "κοπαδιού"-κοινωνίας-ανθρωπότητας όμως ανήκει στη δικαιοδοσία του ποιμένος. Και ο ποιμένας είναι η Θέληση. Η Θέληση είναι ο θείος Σωτήρας της Ανθρωπότητας απένταντι και μέσα στο γίγνεσθαι, στην πραγματικότητα, στις συνθήκες και στις καταστάσεις. Είναι ο ήρωας που κρυφά παρεμβαίνει ανάμεσα στον αδύναμο και γυμνό άνθρωπο και στις κακουχίες που τον πολιορκούν. Είναι μυστικός σύμβουλος, προστάτης, φίλος και σύμμαχος. Είναι το ένστικτο εκείνο που διατηρεί τον Άνθρωπο στο ύψος του, σε μια καθαγιασμένα ακόλαστη ερωτική περίπτυξη με την ίδια την αξιοπρέπειά του. Η Θέληση είναι ο Φύλακας της Προσωπικής Τιμής του καθενός από μας.

 Διανύουμε μια εποχή όπου η προσωπική τιμή γίνεται εύκολα debatable αντικείμενο. Έχουμε ως γνωστόν μπερδέψει τις λέξεις αφού δε μάθαμε και ποτέ το αληθινό τους νόημα. Έχουμε μπερδέψει λοιπόν την αξιοπρέπεια με την ψωροπερηφάνια. Το ανήθικο γίνεται φυσικό, το ανέντιμο κατέληξε να λέγεται "σωστό". Το "συγγνώμη" μεταφράζεται σε "καβάλα με", ο αγαθός είναι ο βλάκας, ο εξυπνάκιας είναι ο έξυπνος. η μετάνοια, από μετά-νόηση έχει γίνει ικεσία για αποφυγή της τιμωρίας, γονυπετώς. Μετανοώ σημαίνει αλλάζω γνώμη, αλλάζω τον τρόπο που θα αντιδράσω σε ένα ερέθισμα την επόμενη φορά που θα το συναντήσω. Μετανοώ δε σημαίνει να πέφτω χάμω, να αγγίζω με γόνατα και χέρια το πάτωμα, να γλείφω εκεί που πατώ και να εύχομαι να μην είχα κάνει ή πει αυτό που έκανα ή είπα. Αυτά περνάνε μόνο στους μωρούς και στους φοβισμένους. Αυτά περνάνε στους ικέτες και στους επαίτες. Και δυστυχώς έχουμε γεμίσει με επαίτες, επαίτες στην ανθρωποκεντρική πολιτισμένη Δύση, επαίτες για δόσεις, για φράγκα, για προσοχή, για αποδοχή, για ψίχουλα σημασίας, για ψίχουλα νοήματος.

Επαιτούν και δηλώνουν εξαρτημένοι με την επαιτία τους. Και είναι εξαρτημένοι από την πραγματικότητα, από τον κόσμο και από τη ζωή. Σαν καλά πρόβατα που είναι αδιαφόρησαν, αγνόησαν το βασικό κανόνα που διέπει την Αλήθεια, ότι η Θέληση διαμορφώνει τη σκέψη κι εκείνη με τη σειρά της τον κόσμο, ποτέ vice versa. Αιτούμαι λοιπόν και δεν επαιτώ όπως και δεν απαιτώ από κανέναν να ασκήσει μέσα του κάποιες αρχές προκειμένου να τιμήσει τη χαμένη του τιμή.

-Ίσος προς ίσον. Τελούμε σε μια διαρκή σχέση μαθητού-δασκάλου. Πρώτιστη έγνοιά μας οφείλει να είναι ότι δεν ξέρουμε τίποτα. Αυτό που έχουμε την εντύπωση ότι ξέρουμε είναι απλά μια σκιά γνώσης, ένα αμιδρό σκοτάδι και σε καμία περίπτωση φως. Δεν είναι η γνώση αυτή καθεαυτή το κίνητρο, αλλά ο δρόμος προς αυτή που μας κινητοποιεί. Γι' αυτό δεν κοιτάμε τον διπλανό μας αφ' υψηλού. Αν σέρνεται έχουμε χρέος να του στρίψουμε το κεφάλι προς την έξοδο της σπηλιάς του. Αν πάλι αρνηθεί, ψάχνουμε για κάποιον άλλον που έχει περισσότερο την ανάγκη μας μέσα στο λάκκο με τα φίδια από τον προηγούμενο.

-Αυτό-Διάθεση. Προθυμία για να συμμετέχουμε στο έργο, σε κάθε έργο, σε κάθε εγχείρημα μικρό και καθημερινό ή μεγάλο και αιώνιο. Με τον τρόπο αυτό δημιουργούμε, γινόμαστε μέτοχοι στο μέλλον, στη διαιώνιση, στην ελπίδα κυρίως, όχι σε κάποια μεγάλη συλλογική ιδέα αλλά στην προσωπική ελπίδα. Η προσωπική ελπίδα είναι η ηλιαχτίδα που μας υπενθυμίζει πως όσα συμβαίνουν τριγύρω έχουν νόημα, έχουν σκοπό, όλα είναι ευκαιρίες και το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να τις αρπάξουμε ή να τις αφήσουμε. Δουλεύουμε, δημιουργούμε συνειδητά, υπηρετούμε ελεύθεροι, διατάζουμε τους εαυτούς μας. Γινόμαστε καλοί ηγέτες αφού μάθουμε πρώτα καλά να υπηρετούμε.

-Πόνος. Κανείς δε θέλει να πονά. Όλοι θέλουν να βρίσκονται σε μια κατάσταση ηδονής, μόνιμη ει δυνατόν. Αλλά ο Νόμος των Αντιθέτων δεν παρακάμπτεται. Για να αντιληφθώ την ηδονή πρέπει να ζήσω τον πόνο. Καλοσορίζουμε τον πόνο, τον αντιλαμβανόμαστε ως κίνητρο, ως δάσκαλο. Πρέπει να σταματήσουμε να βάζουμε ως σκοπό σε κάθε μας πράξη την απόκτηση κέρδους, τη νίκη, την επιτυχή έκβαση, την ευχαρίστηση. Υπάρχουν πράξεις που όλοι καλούμεθα κάποτε να κάνουμε οι οποίες δεν έχουν κάποιο ευχάριστο αποτέλεσμα, αλλά πρέπει να τις κάνουμε. Γιατί; Γιατί το οφείλουμε στον εαυτό μας, στην Τιμή και την Αξιοπρέπειά μας. Κάποτε στους δρόμους μπορούσες να δεις κυνικούς φιλοσόφους να ζουν δίπλα σε ζητιάνους που ήταν πρόθυμοι να σου φιλήσουν το χέρι για λίγο τσίγγο από την τσέπη σου. Εδώ έγγειται η διαφορά ανθρώπου και Ανθρώπου. Δουλεύουμε λοιπόν πάνω στον πόνο και στη στέρηση μέχρι ο πόνος να γίνει Αξιοπρέπεια και η στέρηση Αυτάρκεια. Βλέπεις και τα δύο ζεύγη είναι η πλευρές του ίδιου νομίσματος, το θέμα είναι να αλλάξει η αντίληψη.

-Όχι. Παρά τις όποιες συνέπειες και την αντιπάθεια που θα εισπράξεις, είναι λυτρωτική λέξη. Πίστεψέ με, δεν είναι taboo, δεν είναι απαγορευμένη λέξη, μπορείς να την πεις. Το θέμα είναι ότι μάλλον φοβάσαι το μετά. Η Αξιοπρέπειά σου απαιτεί να παίρνεις αποφάσεις, να δέχεσαι και να αρνείσαι. Η όποια μεταμέλεια και φοβία θα πρέπει να εξαϋλώνεται άμα τη λήψει της αποφάσεως, αρκεί να έχει παρθεί σύμφωνα με τον προσωπικό ηθικό κώδικα, σύμφωνα με την προσωπική Τιμή. Το ΟΧΙ λοιπόν δεν είναι casus belli, είναι απλά μια απόφαση.

- Είμαι εδώ και τώρα. Δεν έχει να κάνει με την αξιοποίηση της στιγμής στο έπακρο. Δεν έχει να κάνει με το αν απολαμβάνεις τη ζωή και αν της ρουφάς το μεδούλι. Έχει να κάνει με το αν αντιλαμβάνεσαι πού είσαι, τη στιγμή που είσαι εκεί, αν ατιλαμβάνεσαι τι κάνεις τη στιγμή που το κάνεις, αν αντιλαμβάνεσαι ποιος είσαι, αν εν τέλει αντιλαμβάνεσαι ότι είσαι. Αυτό είναι ένα σημαντικό φάρμακο για τις συνήθειες, και ακόμα πιο σημαντικό για τις εξαρτήσεις.

- Πολεμιστής. Πάντα πρότυπο, μόνιμα πρότυπο. Αυτός και ο στόχος του, οι περισπασμοί έρχονται και παρέρχονται, ο στόχος όμως μένει εκεί στο τέλος της διαδρομής. Ο Πολεμιστής θα τελειώσει όταν αγγίξει το στόχο, θα τελειώσει μαζί του. Ο Πολεμιστής είναι ο Σκοπός του. Αυτό το μυστικό παλεύει να μάθει μια ζωή αλλά η όμορφή του περηφάνια δεν τον αφήνει να δει κάτω από τη μύτη του. Ας είναι, είναι πάντα και μόνιμα πρότυπο, αυτός, το σκοτεινό του πρόσωπο και τα αλύγιστα γόνατά του. Είναι το σύμβολο της πορείας μας, η ελπίδα.

- Αμφιβολία. Το λεγόμενο self-doubt. Ιερή στιγμή. Πού και πού ερχόμαστε μπροστά σε θησαυρούς γνώσης, για τον εαυτό μας, τις αντοχές μας, τα λάθη μας, τους φόβους και τις νίκες μας (που πιστέψτε με είναι πολύ περισσότερες από αυτές που νομίζετε). Είναι η στιγμή που πρέπει να απομονωθείς, να βρεις το προσωπικό σου άσυλο, να φροντίσεις τις πληγές σου, να σταθείς στα πόδια σου και να καταβάλεις ξανά τους φόβους σου. Θα σου πάρει μέρες, μήνες, ίσως χρόνια, αλλά θα το κάνεις, για να μη σε πάρει ο διάολος, θα το κάνεις!

- Ευθύνη. Άνθρωπος χωρίς Ευθύνη δεν έχει αξιοπρέπεια και τιμή. Ευθύνη απέναντι στον εαυτό του, απέναντι στους άλλους και κυρίως στους πειρασμούς του. Συχνά η αδιαμφισβήτητη ανωτερότητά σου απέναντι στους άλλους σε κάνει αλαζόνα, με μια λαβή όμως η Ευθύνη θα σε φέρει στα γόνατα. Άλλοτε πάλι, ανακατεύεσαι με τις μάζες, ακολουθάς τις γνώμες της, το θυμοειδές της, τα συνθήματά της και ξεχνάς ποιος είσαι. Η Ευθύνη θα σε χαστουκίσει και ο πόνος θα σε ανεβάσει πίσω εκεί που ήσουν. Η Ευθύνη είναι η αυτολογοκρισία που πρέπει να έχει κάθε Έντιμος Άνθρωπος, προκειμένου να είναι καθαρός και αγνός μπροστά στην Αξιοπρέπειά του, στον ένα και μοναδικό Κριτή του.

Η Θέληση ατσαλώνει τον χαρακτήρα. Η Θέληση μας κάνει κυρίαρχους της μοίρας μας μέσα σε έναν κόσμο χάους και μηδενικής λογικής. Η Θέληση άλλους μας κάνει ήρωες της ζωής μας και άλλους μοιραίους ζητιάνους και παρακατιανούς, αναλόγως αν την έχουμε ή όχι.

Ο άνθρωπος που δεν έχει Θέληση, φοβάται, κλαίει σκυφτός και ζητάει βοήθεια από τους άλλους, λες και υπάρχουν άλλοι. Θέλει να κρατήσει ζωντανές τις συνήθειές του και τη ματαιότητά του. Πέφτει στα γόνατα και σφουγκαρίζει τα πατώματα με το σώμα του προκειμένου κάποιος να τον δει κάποια στιγμή και να του πει "ναι, έχεις αξία, ναι έχεις σημασία", γιατί ποτέ δεν το πίστεψε μόνος του για τον εαυτό του.

Ο Άνθρωπος που έχει Θέληση, είναι Ήρωας Αφανής. Εργάζεται στο όνομα της Τιμής ακόμα και στον ύπνο του. Ο Άνθρωπος της Θέλησης είναι ελεύθερος γιατί ξέρει πότε να ξεχύνει και πότε να δυναστεύει τον εαυτό του. Ξέρει να χρησιμοποιεί τα γκέμια και δεν αφήνει τους άλλους, ούτε τις συνθήκες να κάνουν τη δουλειά γι' αυτόν. Ο Άνθρωπος που έχει Θέληση, βρίκσεται στους μύθους, στον παλιό Ιπποτισμό. Ο Άνθρωπος της Θέλησης έχει κώδικα ηθικής, έχει αρχές. Και οι αρχές στη ζωή δίνουν ένα μεγάλο ατού, σε απαλλάσσουν από πολλά ψευτοδιλήμματα. Οι πολεμιστές της εντιμότητας έχουν λάβει από καιρό την απόφασή τους για το πώς θα πορευθούν. Όλα τα άλλα είναι απλά πλοήγηση βάσει σχεδίου.

Αν ακολουθάς τυφλά τη μοίρα σου, ξέρεις καλά το δρόμο σου, δεν έχεις λόγο να ανησυχείς.

Αν πάλι έχεις Θέληση μέσα σου, αν ζεις και λειτουργείς σύμφωνα με τις επιταγές της Αξιοπρέπειας και της Αλήθειας, βάλε τέλος στις αμφιβολίες. Ήρθε η στιγμή της Έγερσης, στείλε τους φόβους πίσω στο σκοτάδι και φέρε το φως.






Τρίτη 20 Ιανουαρίου 2015

Je#suis#ypokritis

Πριν μερικά χρόνια έγραφα και συμμετείχα σε ένα φόρουμ. Το φόρουμ άγγιζε θέματα σχετικά με θρησκεία, μυθολογία και γενικότερα πνευματικής φύσης ζητήματα. Είναι κατανοητό ότι το φόρουμ αυτό αποτέλεσε και αποτελεί ακόμα και τώρα τεραίν συνεχών συγκρούσεων. Υπάρχουν κρούσματα γραφικότητας από όλες τις πλευρές, αλλά πάντα υπήρχε κάτι που άξιζε να διαβαστεί. Να τονίσω εδώ ότι το φόρουμ είναι ελληνικό, οπότε αναλογιστείτε πόσο χειρότερη γίνεται η κατάσταση. Αδαείς, αργόσχολοι, επιδειξιομανείς, άνθρωποι στις παρυφές της ψυχασθένειας και μερικοί παρακινούμενοι από την περιέργεια ή ενδιαφέρον ή ακόμα και από την ατόφια λαχτάρα για γνώση, όλοι συναντιούνταν σε εκείνο το χώρο.

Θα καταλαβαίνετε λοιπόν ότι υπήρχε μια ανοιχτή σύγκρουση ανάμεσα σε ανθρώπους υπέρ του Χριστιανισμού και σε ανθρώπους κατά αυτού. Για να μην μπερδευόμαστε, δεν ήταν πάντα η πίστη και μόνο ή η τάση για μηδενισμό της πίστης που έδινε κίνητρο στα μέλη να παίρνουν θέση στους διάφορους καυγάδες. Ένας από αυτούς λοιπόν λεγόταν Γιάννης. Ο Γιάννης αυτοδηλωνόταν ως υπέρμαχος της λογικής, του ορθολογισμού, κατά κάθε φανατισμού και θρησκείας. Πέραν του γεγονότος ότι ο ίδιος δεν διακατεχόταν από λογική όταν εξέθετε την επιχειρηματολογία του, πέραν του γεγονότος ότι οι αντίπαλοί του συνήθως δεν είχαν λογικά επιχειρήματα (κι έτσι νικούσε μάχες που δεν γίνονταν ποτέ ουσιαστικά), ο Γιάννης είχε ένα φοβερό αλαζονικό, εμπαικτικό και ειρωνικό υφάκι. Ήταν ένας τύπος που προσπαθούσε να φτύσει κάθε μη υλική προσέγγυση του κόσμου, σωστή ή λανθασμένη, και το έκανε με γλώσσα και κυρίως με ύφος καφενείου. Είναι από αυτούς τους τύπους που λέω κατσαπλιάδες.

Που λέτε λοιπόν, μια μέρα ένα νέο μέλος ήθελε να εκθέσει σε ένα θέμα τους λόγους για τους οποίους δεν πιστεύει στο Χριστό. Μεταξύ μας τώρα, η ανάγνωση κάποιων κειμένων, μια απλή λογική, η συνειδητοποίηση ότι ο θεός δεν μπορεί να είναι τόσο υποτελής στα πάθη του όσο τον παρουσιάζουν οι Γραφές και το απόλυτο ιστορικό κενό στην απάντηση του αν υπήρξε ο Χριστός είναι υπεραρκετοί λόγοι για να απορρίψεις το Χριστιανισμό και ως εκ τούτου και το μαγαζί που ονομάζεται Εκκλησία. Τέτοια πράγματα έλεγε πάνω κάτω ο νέος φίλος του φόρουμ μας. Ήταν γλαφυρός όσο θυμάμαι, αλλά δεν ξέρω... ίσως επειδή είχα κάνει παρόμοιες διαπιστώσεις καιρό πριν να μην εντυπωσιάστηκα. Ίσως έφταιγε που ο νέος σε εμένα προσωπικά δεν είπε τίποτα καινούριο. Αυτά που είπε τα ήξερα και ήδη ήμουν στην αναζήτηση για το επόμενο βήμα. Αλλά εντάξει, ο νέος δεν έφταιγε σε κάτι. Ήθελε να μιλήσει και επίσης, ποτέ δεν είναι αργά να στρέφεσαι προς τη γνώση. Το πρόβλημά μου δεν ήταν ο νέος. Ήταν ο φίλος μου ο Γιάννης. Ο τύπος αυτός αφού διάβασε τις απόψεις του νέου, το μόνο που βρήκε να του πει ήταν τούτο "Καλοσήρθες στην άλλη πλευρά φίλε μου".

Θυμάμαι ότι ως παρατηρητής διάβαζα το διάλογο αυτό. Στην απάντηση του Γιάννη σκάλωσα. Πρέπει να κάθησα και 5 λεπτά ψάχνοντας να του προσάψω το πιο βρωμερό και πιο ταιριαστό μπινελίκι. Θυμάμαι ότι απελπίστηκα εν τέλει γιατί δεν κατάφερα να βρω κάτι. Άφησα το συμβάν να περάσει, αυτό θα έκανα ούτως ή άλλως, απλά δεν είχα καν την ικανοποίηση να βρίσω.

Ο Γιάννης δε με εξόργισε επειδή ήμουν ιδεολογικός του αντίπαλος. Εν γένει θα έλεγα ότι και οι δύο στηρίζαμε τη λογική. Απλά η διαφορά μας βρισκόταν στο ότι εγώ όντως στήριζα τη λογική απέναντι στα θεϊκά ερωτήματα, ενώ εκείνος ήταν φανατικός. Ήταν ένας φανατικός, ένας εξαρτημένος που υποκρινόταν τον ελεύθερο. Μιλάμε για έναν άνθρωπο ο οποίος έδωσε τόση αξία στο θεό του οποίου τόσο ένθερμα διακήρυττε την ανυπαρξία, που τελικά τον έκανε το ναρκωτικό του. Κάθε λογής φανατικός νοηματοδοτεί τον εαυτό του μόνο μέσω των "εχθρών" του. Ο φανατικός άθεος ανεβαίνει στα κάγκελα όταν ακούσει τη λέξη πίστη. Το εθνίκι κορδώνεται όταν ακούει για τους Πακιστανούς που του παίρνουν τη δουλειά (λες και θα δεχόταν να δουλέψει σε πεζοδρόμιο να καθαρίζει παρμπρίζ).

Ο φανατικός είναι φαρισαίος, δηλαδή κάλπικος, δηλαδή υποκριτής. Και υποκριτής μπορεί να είναι οποιοσδήποτε στηρίζει κάτι όσο έχει στα χέρια του μια πένα, μια ντουντούκα, πόσο μάλλον στις μέρες μας, ένα πληκτρολόγιο. Ο Γιάννης ήταν φανατικός άθεος, φανατικός φαρισαίος. Ήταν υποκριτής και ως υποκριτής βέβαια ήταν και ηλίθιος. Γιατί δεν αντιλήφθηκε ποτέ ότι το να τα βάλει με το θεό, με το να τον αποκηρύξει όπως θα ήθελε, δεν κάνει τίποτα επί της ουσίας. Είναι ένας άνθρωπος με τόσες εξαρτήσεις επί γης που δεν μπορεί να τις απεμπολίσει, το φαγητό, το ποτό, το κάπνισμα ίσως, η δουλειά, η μη δουλειά, τα λεφτά, οι συγγενείς, η γυναίκα, οι γυνάικες, τα παιδιά και η λίστα δεν έχει τελειωμό. Δηλαδή ο Γιάννης μας ζητάει να πιστέψουμε ότι μπόρεσε να πετύχει μια αρμονική σχέση με όλους αυτούς τους εξαρτησιογόνους παράγοντες του κόσμου και αφού ήρθε στην απόλυτη Νιρβάνα, τα έβαλε με το θεό και τον νίκησε. Και όχι απλά τον νίκησε, πέρασε και στην άλλη πλευρά. Και όχι απλά πέρασε στην άλλη πλευρά, κάνει και την υποδοχή, όπως κάτι γκομενίτσες κάνουν υποδοχή στα κωλόμπαρα και καλωσορίζει και τους άλλους "ελεύθερους" φίλους του στην "άλλη πλευρά".

Το θέμα μας δεν είναι ο Γιάννης, ούτε το αν κάποιος πρέπει να πιστεύει στο θεό ή όχι. Το θέμα μας είναι η υποκρισία. Μιλάμε για ένα μικρόβιο που ανέκαθεν κατοικούσε στις πιο ματαιόδοξες και σιχαμένες γωνιές της ανθρώπινης ψυχής. Πλέον το μικρόβιο έχει λάβει διαστάσεις μάστιγας των καιρών μας. Το ίντερνετ και ειδικά το facebook και ειδικά στην Ελλάδα τη λεβεντογέννα έχει δώσει άλλη ώθηση στο όλο ζήτημα. Έχουμε γεμίσει με φυντάνια στην Ελλάδα του 15'! Παντού, όπου κι αν στρέψεις το βλέμμα, ή καλύτερα όπου κι αν κλικάρεις, θα βρεις υπέρμαχους των διαφόρων ελευθεριών. Παντού, αόρατος γύρω μας, μέναιται ένας αγώνας υπέρ της ελευθερίας του λόγου, υπέρ των καταπιεσμένων φυλετικά, ιδεολογικά, σεξουαλικά κοινωνικών ομάδων. Και τον αγώνα τον κάνουν οι πολεμιστές του πληκτρολογίου και του ποντικιού. Έλα όμως που οι αγωνιστές αυτοί δεν ξέρουν για τι μάχονται, έλα που έχουν μνήμη χρυσόψαρου και έλα που τελικά η δημοσιότητα ενός γεγονότος υπερνικά κατά κράτος την κοινωνική τους υπερευαισθησία!

Οι υποκριτές έχουν ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα. Ακολουθούν πάντα αυτό που προστάζει ο εκάστοτε πολιτικός ορθολογισμός. Πρέπει να δέιχνουν μια ανθρώπινη πλευρά, μια ευαίσθητη πτυχή του εαυτού τους προκειμένου να γίνουν συμπαθείς, να μην έρθουν σε σύγκρουση με το κοινό αίσθημα που κυριαρχεί σε κάθε περίσταση. Και το επικρατών κοινό αίσθημα συνήθως διαμορφώνεται από τα διάφορα γεγονότα. Θάνατοι, τραγωδίες, ατυχήματα, αιματηρές ιστορίες με έντονο συμβολισμό για ευνόητους λόγους είναι πάντα στις πρώτες επιλογές. Το δίπολο του πληγωμένου αδύναμου και του κακού δυνατού που στέκεται από πάνω με αλαζονικό χαμόγελο είναι κλασσικό σχήμα. Είναι θέατρο και μάλιστα καθόλου πρωτότυπο. Τα σκηνικά είναι πάντα τα ίδια, όπως και οι ρόλοι και το σενάριο. Μόνο οι μούρες, τα μέρη και τα ονόματα αλλάζουν.

Και τα περιστατικά υποκρισίας στην Ελλάδα, ειδικά τα τελευταία χρόνια δίνουν και παίρνουν. Σαν χθες θυμάμαι τόσους Έλληνες να αγανακτούν και να κράζουν από τα προφίλ τους (λες και τα διάβαζε κάποιος που θα έπρεπε να τα διαβάζει) την κυβέρνηση για το κλείσιμο της ΕΡΤ (πού το θυμήθηκε ο πούστης θα λένε τώρα μερικά χρυσόψαρα). Συναυλίες αλληλεγγύης, αριστεροφαμφαρισμοί, διαμαρτυρίες, φουλ προώθηση του θέματος από τα media και αυτό δεν είναι καθόλου άσχετο. Κανείς όμως δεν είπε τότε ποιο ήταν το βασικό. Ότι πλέον κάποιοι άνθρωποι, είτε ήταν κηφίνες είτε όχι πλέον ήταν άνεργοι, έστω και για κάποιο διάστημα. Δεν υπήρξε καταπίεση του δικαιώματος του λόγου, και εξάλλου  μιλάμε για την κρατική τηλεόραση παίδες, μη ξεχνιόμαστε, σαν να λέμε ότι κλείνει το στόμα του ο καταπιεστής. Αλλά και αν πάρουμε σαν πρόβλημα λοιπόν την ανεργία και όχι τη φίμωση, πάλι εκεί χωμένοι είστε καλοί μου υποκριτές. Διότι κανείς δεν έδωσε βάση ποτέ και με τόση ένταση σε άλλες τόσες περιπτώσεις ανθρώπων που από τη μια στιγμή στην άλλη βρέθηκαν στην ανεργία. Αλλά έτσι είναι ρε κωλάνθρωποι, οι υπόλοιποι 1.000.000 άνεργοι δεν ήταν μουσικοί στην ΕΡΤ και δεν τους τράβαγε μια κάμερα να κλαίνε ενώ τραγουδούσαν τον εθνικό ύμνο. Παραδεχτείτε το. Δε σας θορύβησε η ανεργία, σας θορύβησε μια κάμερα και μερικά δάκρυα, αληθινά δάκρυα ίσως, αλλά σε καμία περίπτωση δικά σας δάκρυα.

Είστε χρυσόψαρα κύριοι Έλληνες, είστε υποκριτές, από τους χειρότερους του είδους θα έλεγα και βέβαια απευθύνομαι στους ανθρώπους νεαρής ηλικίας. Οι άλλοι είναι καμένα χαρτιά, τους έχω γραμμένους. Συγκρίνετε τις σκατόφατσές σας με τις φάτσες των πολιτικών όταν πριν μερικές μερούλες πριν ξεκινήσουν να κλάνουν απ' το στόμα (μιλάνε) έλεγαν "Θα ήθελα αρχικά να εκφράσω την οδύνη μου για τον χαμό τον ανθρώπων στην Αδριατική". Μη σου πω ότι τα μέσα διέκοψαν την προεκλογική περίοδο για κανά δυο μέρες (βρήκαν κι αυτοί μέρες να ταξιδεύουν). Κάνατε τη σύγκριση; Επειδή είστε δειλοί και δεν το δέχεστε θα σας πω εγώ λοιπόν ότι τους μοιάζετε, τους μοιάζουμε.  Δεν έχετε κάτι που να σας κάνει ποιοτικά ανώτερους από την Τρέμη, τον Πρετεντέρη, την Τατιάνα ή τη Μανωλίδου. Τουλάχιστον αυτοί σας πετάνε υποκρισία στα ίσα στη μάπα. Έχετε τα μούτρα και κρίνετε ενώ η μόνη διαφορά είναι ότι αυτοί υποκρίνονται μπροστά στην κάμερα. Εσείς υποκρίνεστε μπροστά στα μάτια των συνανθρώπων σας, υποκρίνεστε εις βάρος των εαυτών σας. Για την ακρίβεια είστε πολύ χειρότεροι από αυτούς που κράζετε. Νομίζετε ότι είστε φιλάνθρωποι, αλληλέγγυοι, ελεύθερα πνεύματα, φεμινιστές (vol.2 κιόλας), ομοφυλοφιλό-φιλοι, προοδευτικοί και ιδεολόγοι. Πρώτον, την ποιότητα ενός ανθρώπου δεν την καθορίζουν τα πιστεύω του και πόσο μάλλον τα λόγια του, αλλά οι πράξεις και μόνο. Δεύτερον και κατά πολύ σημαντικότερον, όσο με λέξεις στηρίζετε αυτό που πιστεύετε, δηλαδή όσο παρλάρετε και μόνο, δεν είστε τίποτα άλλο παρά λέξεις, κοινώς δεν είστε τίποτα. Οπότε, οι δηλώσεις, τα μανιφέστα, οι ιδεοληψίες και οι αερολογίες δεν γίνονται για να διαδώσουν κάποια αλήθεια αλλά απλά για να δημιουργήσουν μια εντύπωση, ότι κάτι είστε. Λέτε λοιπόν ψέματα και με ψέματα προσπαθείτε να παραστήσετε κάτι που δεν είστε. Αυτό λοιπόν ονομάζεται υποκρισία και μάλιστα stricto sensu.

Το χειρότερο όμως με τους υποκριτές είναι ότι πάντα κοιτάνε το δέντρο και δε βλέπουν το δάσος. Αυτό τους αναγάγει πλέον στο επίπεδο των υπανθρώπων. Και ας ήταν έτσι αν τουλάχιστον επέλεγαν οι ίδιοι συνειδητά να κοιτούν το δέντρο. Τα ΜΜΕ κατευθύνουν το βλέμμα ακόμα και των πιο wannabe "αντικοινωνικών" και "αντιδραστικών" νεαρών κομματιών της κοινωνίας μας. Μοιάζετε με το μάτι του Σάουρον που είχε το δαχτυλίδι κάτω από τη μύτη του και κοιτούσε τη μάχη μπροστά από τις πύλες της Μόρντορ ανάμεσα σε Orcs και Men of the West (μμμ... of the West ε...). Εδώ την πάτησε κοτζάμ άρχοντας του σκότους, εσείς νομίζετε είστε πιο μαγκάκια.

Και ναι αγαπητοί μου υποκριτές, στρέψατε το βλέμμα από την πραγματικότητα επειδή δεν σκέφτεστε και τα μέσα ξέρουν να το εκμεταλλεύονται άριστα αυτό σας το ελάττωμα. Κοιτούσαν το δέντρο όσοι φίλα προσκείμενοι και μη στην αναρχία διαμόρφωναν πολιτικές πλατφόρμες στηριγμένοι στο θάνατο του Γρηγορόπουλου (χρυσόψαρα on alert) to 2008. Ας ραγίσουμε λίγο τα σύμβολα. Ο Κορκονέας δεν ήταν η κρατική καταπίεση. Ο Κορκονέας ήταν ένας μαλάκας με ψυχολογικά, κόμπλεξ και όπλο στο χέρι. Ο Γρηγορόπουλος δεν ήταν ήρωας. Ήταν γκαντέμης, ένα λάθος άτομο σε λάθος μέρος τη λάθος στιγμή. Και αν σας θορυβεί το γεγονός ότι πέθανε μόλις στα 15-16 του, δεν έχω να πω πολλά. Κάποια χιλιόμετρα νοτιότερα της Ελλάδας, υπάρχουν χιλιάδες παιδιά που γεννιούνται τη στιγμή αυτή που με διαβάζετε, και στατιστικά δεν θα προλάβουν να φτάσουν ούτε τα 5. Αλλά είπαμε, είστε χρυσόψαρα, είστε στρουθοκάμηλοι, κοιτάτε το δέντρο στα Εξάρχεια και χάνετε το δάσος στην Αφρική.

Πιθανόν να είμαι ένα ανάλγητο γουρούνι. Το ζήτημα όμως είναι ότι όλοι εσείς οι υποκριτές δεν είστε ευαίσθητοι όπως θέλετε να πιστεύετε. Θέλετε απλά να ικανοποιήσετε τον εγωϊσμό σας ο οποίος πού και πού θέλει να σας επιβεβαιώσει ότι δεν είστε κι εσείς ανάλγητα γουρούνια. Βλέπετε δεν μπορείτε να διαχειριστείτε αυτή την αλήθεια και αν έρθετε αντιμέτωποι μ' αυτή θα κατερεύσετε guarantee. Και η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν σας πόνεσε πραγματικά η πληγή του διπλανού, ποτέ δε νιώσατε το σφίξιμο στο λαιμό που νιώθει κάποιος όταν κινδυνεύει να χάσει τη δουλειά του, το σπίτι του, τη ζωή του. Και το γεγονός ότι "συμπάσχετε" μόνο στα λόγια και στις δηλώσεις, αυτό ακριβώς επαληθεύει. Από την άλλη απολαμβάνετε την επιβεβαίωση από τους ομοϊδεάτες φίλους σας (αφού μέχρι εκεί σας παίρνει να εκθέτετε τις απόψεις σας), τα συγχαριτήρια, τα μπράβο, τα likes, γενικά τα πληρωμένα χειροκροτήματα.

Η αλήθεια είναι, φίλοι μου υποκριτές, ότι δεν έχετε καρδιές γεμάτες ζεστασιά, έτοιμες να δώσουν. Έχετε απλά υπερτροφικά, παχύσαρκα ΕΓΩ και πρέπει να βρείτε "φίλους" να τα ταϊσουν γιατί φοβάστε τις αλήθειες και συνήθως όταν είσαι μόνος σου και το ΕΓΩ σου πεινάει, τότε αρχίζει να σου λέει αλήθειες. Η αλήθεια φίλοι μου είναι ότι τα γεγονότα έρχονται και φεύγουν, άνθρωποι πεθαίνουν, τραγωδίες συμβαίνουν κι εσείς κοιτάτε με ένα αγελαδινό βλέμμα τις εξελίξεις. Θίγεστε σαν κυράτσες τελευταίας διαλογής. Μοιάζετε με το Μικρούτσικο όταν εκρήγνειται που βλέπει τους καλεσμένους του να βρίζονται λες και είναι στο πεζοδρόμιο, σαν το Λιάγκα όταν έδειχνε στα παράθυρα των ειδήσεων τα βυζιά της η Χειλουδάκη. Σας ενοχλούν οι βρισιές και τα βυζιά και όχι η κατάντια των ανθρώπων. Δε σας πειράζει που είναι πεταμένοι, τους χρειάζεστε, για να νιώθετε εσείς λίγο καλύτερα, όπως ακριβώς χρειάζεστε και τους επαίτες στους δρόμους, για να θυμάστε ότι "υπάρχουν και χειρότερα".

Και για το τέλος. Αυτό που έγινε πρόσφατα στο Παρίσι δεν σας προσέβαλε ποτέ, δεν προσέβαλε το δικαίωμά σας στην ελευθερία του λόγου. Δεν είστε Charlie, είστε υποκριτές που σας χάλασε την ησυχία ένας λοβοτομημένος αρχίδας με το παρουσιαστικό του Jamal του μπασκετμπολίστα. Πλήρωσαν λέει το τίμημα της ελευθερίας του λόγου. Στη Γαλλία ζούσαν μαλάκες, όχι στην Καμπούλ. Αλλά έτσι είναι, άνθρωποι που δεν έχουν βιώσει ποτέ την καταπίεση σπεύδουν πρώτοι να μας δείξουν τους "αληθινούς τυράννους", τους "αληθινούς εχθρούς". Πολύ ευαίσθητους κώλους έχετε εδώ στην ελληνική Δύση. Το Παρίσι δε θα σας αλλάξει, όπως δε θα αλλάξει και τη ζωή αυτών εδώ.


Αλλά ξέχασα ρε φίλε. Αυτοί δεν είναι Γάλλοι, ούτε πολιτισμένοι Ευρω-πέη, ούτε ασχολούνται τώρα μαζί τους τα μέσα και πάνω απ' όλα δεν μάχονται υπέρ της Ιεράς Ελευθερίας του Λόγου. Κι ας πεθαίνουν κάθε μέρα.



Τετάρτη 1 Οκτωβρίου 2014

Miss- Άνθρωπος Adversus (Όλα ή Τίποτα)

Γραφτήκανε διάφορα μέσα στο περασμένο έτος. Από τη μία έψαχνα το πώς ένας Χαομαιλέων έχει τη δύναμη να ανταπεξέλθει στις πουστιές που του κάνει η πραγματικότητα. Από την άλλη ισχυριζόμουν και ακόμα το κάνω πως ο άνθρωπος, όσο πιο πολύ μαθαίνει, τόσο πιο πολύ πικραίνεται. Πιστεύω πως κάθε βήμα προς την κατεύθυνση της Γνώσης, της όποιας γνώσης ισοδυναμεί με ένα χαστούκι έντασης βόμβας υδρογόνου. Μικρότερος έλεγα ότι δεν υπάρχει κάτι που να μου γεννά ενθουσιασμό, στα έργα, στις πράξεις και πόσο μάλλον στα λεγόμενα των ανθρώπων. Συνεχίζω να μη συναρπάζομαι, να μην έχω κάποια θετική προσδοκία από την όποια συμπεριφορά τους. Τους θεωρώ τίγκα προβλέψιμους, το γεγονός δε πως δεν μπορώ να τους μανιπιουλάρω είναι καθαρά ζήτημα χαρακτήρα και μιας κάποιας προσωπικής ηθικής που μου το απαγορεύει από τα γενοφάσκια μου και υπακούω με όλο μου το είναι. Ίσως γι' αυτό να μην εντυπωσιάζομαι. Επειδή κάθε φορά με βγάζουν ασπροπρόσωπο ως προς τις προβλέψεις που κάνω γι' αυτούς, για τη ροπή τους... προς το χειρότερο φυσικά.

Ωστόσο πάντα τα άτιμα τερατάκια μου φυλάνε και μια εκπληξούλα. Φίλε αναγνώστη, αν υπάρχεις στην άλλη πλευρά, κράτα ως δεδομένο αυτό. Η εκπληξούλα είναι δυσάρεστη. Το χειρότερο δε είναι ότι οι άνθρωποι το έχουν εύκολο να γαμάνε ψυχολογίες και σε συνδυασμό με το ότι δεν έχουν ούτε δείγμα χιούμορ μέσα τους το κάνουν πολύ πιο επίπονο το όλο σκηνικό.

Εννοείται πως μιλάω κατά βάση σε προσωπικό επίπεδο αλλά όλα αυτά δίνουν ένα δείγμα γραφής και στο συλλογικό. Είναι σφάλμα να περιμένουμε ανθρώπους 23, 24, 25 ετών να συμπεριφερθούν ως σωστοί "πολίτες" όταν δεν μπορούν να διαμορφώσουν ένα κώδικα ηθικής μέσα τους ώστε να μη καψωνάρουν τους άλλους τριγύρω λες και τους χρωστάνε τίποτα. Γενικά είναι σφάλμα να περιμένεις ο,τιδήποτε από ανθρώπους που δεν ξέρουν τι θέλουν, ποιοι είναι, που δεν ξέρουν να αναλαμβάνουν ευθύνη των πράξεών τους. Και αυτοί οι τύποι κατά κάποιο τρόπο καλούνται να μας βγάλουν από τα σκατά όταν έρθουν στα πράγματα. Όταν το μόνο που γνωρίζουν είναι να αλλάζουν γκαρνταρόμπα κάθε εξάμηνο και κινητό κάθε χρόνο. Όταν ξέρουν μόνο να δείχνουν, να δείχνονται, να δηλώνουν και να μην το βουλώνουν.

Εννοείται λοιπόν πως μιλάω σε προσωπικό επίπεδο. Επίσης εννοείται ότι ο όποιος θυμός ή πιο καλά καμουφλαρισμένη λύπη μου πηγάζει από εξίσου προσωπικές εμπειρίες. Είναι δραματικό όταν ο κόσμος δεν ξέρει τι του γίνεται να έχει και απαιτήσεις από τη ζωή. Οι άνθρωποι είναι μικρά χάη... Μοιάζουν με μικρά κωλόπαιδα που ζητάνε από τους πατεράδες τους μπάλες με γωνίες για να τις χρησιμοποιήσουν ως σκαμπώ στο δωμάτιό τους. Είναι κακομαθημένοι και βρίσκουν παράλογο ότι δεν εισακούγονται. Ακόμα χειρότερα τρώγονται με τα ρούχα τους αλλά σκίζουν και όποιον είναι τριγύρω τους και ίσως έχει κάποιο δράμι μυαλό παραπάνω για κακή του τύχη.

Σας τα έχουν πει λάθος φίλοι μου. Η κατάθλιψη είναι επικοινωνιακώς μεταδιδόμενη ασθένεια. Μπορεί να μη σκοτώνει σαν το AIDS ή τη ζομπίτιδα των ναρκωτικών αλλά μετρά πολύ περισσότερα θύματα από κάθε άλλον κοσμικό serial killer. Οι φορείς είναι αυτοί που δηλώνουν "ευάλωτοι". Οι αληθινά ευάλωτοι όμως είναι αυτοί που δεν το δηλώνουν, γιατί αυτοί είναι οι όντως ευάλωτοι. Sorry για το μίνι mindfuck αλλά νομίζω ότι αποδίδει πολύ καλά την παρούσα κατάσταση στον 21ο μεσαίωνα. Παντού και πάντα βέβαια υπάρχει και αυτή η τραγική ειρωνία που εμένα προσωπικά μου προκαλεί ένα μειδίαμα ικανοποίησης (αφού όπως είπαμε σας ξέρω απ' έξω κι ανακατωτά μικρά ζαχαρώδη σκατάκια) αλλά και θλίψης συνάμα. Η τραγική ειρωνία έγγυται στο γεγονός ότι οι ψυχολόγοι πεινάνε! Δεν ξέρω αν η δουλειά τους έχει κάποιο επιστημονικό αντίκρυσμα αλλά υπάρχει ένα πρόβλημα. Δέχονται τη λάθος πελατεία. Αυτοί που έχουν προβλήματα, αυτοί που έχουν πέτσα πιο σκληρή και από δόντι δράκου, αυτοί που έχουν φτιάξει τον προσωπικό τους γαλαξία με επίκεντρο την ψωλή ή τη σπερμοδόχο τους, αυτοί κυκλοφορούν έξω ως υγειείς και cool τυπάκια. Οι άλλοι ψάχνουν, ψάχνονται, τους ψάχνουν και πάνε να χάσουν τη μπάλα γενικά, και τελικά αυτοί κινδυνεύουν να χρήζουν βοηθείας. Πολύ κακή φάση. Αλλά τι να λέμε; Ο λόγος για όλο αυτό το σκηνικό είναι απλός, γιατί έτσι! Μην τα ξαναλέμε!

Κάτι τέτοιοι λογισμοί, κάτι τέτοια σκηνικά με κάνουν οικειοθελώς να αποσύρομαι από τα πολύ εγκόσμια. Ο Διογένης το είχε θέσει πολύ σωστά ψάχνοντας για άνθρωπο με ένα φανάρι στο χέρι μέσα στα σκοτάδια της Αθήνας. Χιλιετίες μετά, στην ίδια πόλη, στην ίδια μπουρδελότρυπα, στο ίδιο σκοτάδι μπορεί και χειρότερο, οι αντικοινωνικοί, οι τρελοί και οι μισάνθρωποι προσπαθούν να βάλουν φρένο στο χάος. Σε ένα χάος που πια δεν τρομάζει μα συναρπάζει. Ένα χάος όχι αποκρουστικό μα τσι μοδός. Ας πούμε λοιπόν μια ακόμα αλήθεια. Ο πάτος ως προς την ποιότητα ενός ανθρώπου και μιας προσωπικότητας είναι θέμα επιλογής ξεκάθαρα, δεν τον καθορίζει ο γκρεμός αλλά αυτός που πέφτει. Η αναζήτηση με το φανάρι έχει χρόνια που γίνεται από μένα. Ελπίζω (δεν πολυχρησιμοποιώ αυτό το ρήμα) να το κάνουν κι άλλοι.

Ίσως να φταίει που μεταφράζω όλο το φάσμα της καθημερινής προσωπικής μου ζωής σε σύμβολα. Παντού λοιπόν συμβολικά σκοτάδι από τότε που με θυμάμαι. Δύο επιλογές είχα. Ή θα μάθαινα πως το σκοτάδι είναι το μόνο που μπορείς να δεις ή θα έβρισκα ένα άλλο σημείο αναφοράς. Το βρήκα. Ήταν το φως. Το φως που κάνει τον άνθρωπο να αρκείται σε αυτά που πρέπει, να είναι καθαρός, να ρωτά τον εαυτό του για το αν επιθυμεί κάτι ή κάποιον, να το δηλώνει έμπρακτα, άφοβα, ξεκάθαρα κι ωμά. Να ακολουθεί την επιθυμία και να καίγεται από αυτή με ένα μόττο "Όλα ή τίποτα".

Όλα ή Τίποτα


Όλα ή τίποτα λοιπόν. Με αυτό το μόττο πορεύομαι και ψάχνω για φάρους μέσα στο βούρκο. Τα σπίρτα, οι κροτίδες και οι φτήνιες δε με συγκινούν καν. Αν βλέπω κάτι μέσα σε κάποιον είναι γιατί όντως κάτι φωτεινό υπάρχει. Αυτός ο κάποιος θα με απογοητεύσει στο τέλος όχι γιατί έκανα εγώ λάθος στην εκτίμησή μου, είμαι πολύ αλαζόνας για να δεχτώ κάτι τέτοιο, αλλά γιατί ο ίδιος δεν είδε πως είναι φάρος. Άνθρωποι, να με συγχωράτε αλλά απαιτώ από εσάς το καλύτερο κι αν δεν το απαιτείτε κι εσείς από τους εαυτούς σας, απλά γαμιέστε. Δεν απαιτώ κάτι που δεν έχετε. Το έχετε και μάλιστα σε αστείρευτη ποσότητα, είναι το μόνο που μπορείτε να δίνετε αφειδώς στη ζωή σας. Ξεκολλάτε, ξεγυμνωθείτε, ξεφτιλλιστείτε αν χρειάζεται, αν νομίζετε πως έτσι θα ισιώσετε. Πάντως κάντε κάτι.

Θα μετανιώσω για πολλά ρηθέντα σε αυτή την ανάρτηση σταδιακά. Η ουσία της όμως με βρίσκει πιστό σαν σκύλο του δρόμου. Η ανάρτηση είναι ένα κάλεσμα σε όλους όσοι βρίσκουν κάτι από τον εαυτό τους σε όσα καυστηρίασα ανωτέρω. Είναι κάλεσμα να σκεφτούν και να κλονίσουν λίγο τον τρόπο ζωής τους, κάλεσμα να πάψουν να ξοδεύονται.

Οι άλλοι, αυτοί που είναι φάροι, ξέρουν τι πρέπει να γίνει. Σε αυτούς έχω μόνο να εξομολογηθώ το μεγαλύτερό μου φόβο ως τώρα τουλάχιστον. Δεν είναι η απόρριψη, δεν είναι καν ο Χάρος στην πρώτη θέση. Στην πρώτη θέση δεν είναι καν το σενάριο να πεθάνω ή να ζήσω μόνος. Ο φόβος μου είναι μήπως είμαι ήδη μόνος, μήπως δεν υπάρχετε εκεί έξω και το κάλεσμά μου είναι απλά άλλο ένα κάλεσμα στον εαυτό μου για να μην κλονιστέι η πίστη μου στους ανθρώπους.

Μπορούμε πολύ καλύτερα πράγματα από το να είμαστε απλά αυτο- καταστροφικά ψυχάκια, πιστέψτε με!

Ο συμβιβασμός δεν είναι ήττα, είναι παραίτηση!



Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου 2014

Προμηθέας


Συνέχεια από το άρθρο "... στη Γνώση"


Με το βλέμμα χαμηλά κοιτάζω το χώμα που πατώ. Πέτρες κοφτερές σαν λεπίδες γλύφουν τα γυμνά μου πόδια. Κάθε μου βήμα μια πληγή, κάθε μου πληγή τροφή για το άγονο βουνό που καλούμαι να ανέβω. Ο Καύκασος ένα πεινασμένο τέρας, πεινασμένο για αίμα, για την τιμωρία, τον πόνο, την κραυγή της απόγνωσης, αυτή που καλεί σε έλεος, αυτή που ικετεύει, την κραυγή που αρνήθηκα και αρνούμαι ακόμα να βγάλω απ' τα πνευμόνια μου.

Ο αέρας κρύος και κοφτερός, μανιασμένος. Τρυπάει κάθε σπιθαμή του γυμνού κορμιού μου. Νιώθω τον πειρασμό να καλυφτώ έστω μάταια με τα χέρια μου αλλά οι αλυσίδες... οι καταραμμένες αλυσίδες. Αυτές! Αυτές είναι το πείσμα μου, αυτές με κάνουν να μη δείχνω ούτε μια στιγμή ότι υποφέρω, να μην οδύρομαι και να μην κλαίω. Καταπίνω τον πόνο μου, σφίγγω τα δόντια μου και σχηματίζεται το πιο λυσσασμένο, το πιο άρρωστο, το πιο γενναίο χαμόγελο στο πρόσωπό μου.

Υψώνω το βλέμμα μου ψηλά, όπως μου αρμόζει, όπως αρμόζει και σε σας, παιδιά μου. Ο ουρανός συννεφιασμένος. Μαύρα σύννεφα και κρότοι απόκοσμοι κρύβονται πίσω από τα πέπλα τους. Κρότοι μιας καταστροφικής οργής, τα θυμωμένα μουγκριτά ενός πληγωμένου τυράννου που αν και πληγωμένος ακόμα έχει δύναμη, ακόμα μπορεί να γκρεμίσει και να χτίσει κόσμους ολόκληρους, ακόμα έχει τη δύναμη να διαλύσει αυτό το στολίδι του κόσμου, εσάς παιδιά μου.

Ανεβαίνω στο βουνό του μαρτυρίου. Σταγόνες βροχής βρέχουν τα μαλλιά, το πρόσωπό μου και τους ώμους μου. Κι όσο ανεβαίνω, τόσο η βροχή δυναμώνει, σαν να θέλει να με κρατήσει κάτω, να με καθηλώσει και το βάρος της γίνεται ασήκωτο ακόμα και για μένα, το πιο φωτεινό από τα εγγόνια της Γαίας. Οι πέτρες που πατώ χαράζουν τη σάρκα μου, αίμα και σκισμένα δέρματα αφήνω πίσω μου, ο αέρας συνεχίζει να χτυπά και κάνει το δρόμο πιο δύσκολο. Τι ειρωνία; Η φύση η ίδια να με εμποδίζει, να με εμποδίζει να ανέβω στην κορυφή του μαρτυρίου μου. Όλα να με αναγκάζουν να θέλω να πιω το πικρό ποτήρι ενός αιώνιου θανάτου. Η καταδίκη του θεού είναι καταδίκη του κόσμου όλου. Δεν υπάρχει κανείς στο πλευρό μου. Η καταδίκη μου είναι η μοναξιά μου και ο Καύκασος ο θρόνος της απελπισίας μου. Τα στοιχεία της φύσης με τιμωρούν κι αυτά σαν να τους έφταιξα. Λυγίζω... γονατίζω για λίγο και πέφτω. Αλλά πέφτω μόνο για να ξανασηκωθώ και το πράττω. Δε φοβάμαι, σφίγγω τα δόντια και συνεχίζω τον ανήφορο με άδειο βλέμμα, με μια ψυχή μαύρη, με στόμα ξερό και σώμα ματωμένο. Συνεχίζω... πορεύομαι, ανεβαίνω. Αυτό σας έμαθα να κάνετε, αυτό θα κάνω κι εγώ τούτη τη στερνή ώρα. Το δέρμα μου παγωμένο απ' το κρύο, το σώμα μου γυμνό κι εκτεθειμένο στις κακουχίες, τα δεσμά βαριά, να μη μπορώ να ξεφύγω, να μην έχω έστω μια ψευαίσθηση γαλήνης για μια στιγμή λίγο πριν το αιώνιο μαρτύριο. Μέσα μου πονάω, φλέγομαι και κλαίω, μέσα μου διαλύεται το παν από την απελπισία.

 Τα λόγια του θεού, του δαίμονα, τα λόγια του τύραννου ξανάρχονται στη θύμησή μου: "Ποιος είσαι εσύ που θα αμφισβητήσεις τον κόσμο ολόκληρο, ποιος είσαι εσύ που θα κοιτάξεις κατάματα θεούς και πώς τολμάς να διδάξεις αυτό το ανοσιούργημα στους ανθρώπους; Δεν αξίζουν τίποτα από αυτά, δεν αξίζουν να ξέρουν, δεν αξίζουν την ελπίδα που τους χάρισες. Δεν αξίζουν ούτε την αγάπη ενός  τιποτένιου όπως εσύ. Αλλά είσαι τόσο ανόητος που πίστεψες πως θα σ' ευχαριστούσαν και θα σε δόξαζαν. Η ανοησία σου θα σου κοστίσει ακριβά λοιπόν, γιε του Ιαπετού. Άκου με και να θυμάσαι. Οι άνθρωποι ξεχνούν, μισούν όποιον τους ευεργετεί. Το χειρότερο είναι ότι οι άνθρωποι φοβούνται, ποτέ σου δεν το κατάλαβες. Φοβούνται το Κράτος γιατί τους πείθει το ψέμα του, τους γλυκαίνει και δε θέλουν να το στερηθούν. Τους φοβίζει η Βία γιατί πάνω από όλα, πάνω από τις ιδέες, πάνω από κάθε ιερό και αληθινό, ένα βάζουν, τη ζωή τους, το κενό τους σαρκίο, αυτό τους νοιάζει, αυτό φοβούνται να χάσουν και μόνο. Τα άλλα όλα να πάνε στον Τάρταρο! Τα όνειρά σου γι' αυτούς θα πεθάνουν μαζί σου αργά και οδυνηρά!".

Δεν πρέπει να αφήσω τη φωνή να με κυριεύσει. Δεν πρέπει να απελπιστώ. Ας προσπαθήσω, ακόμα ένα βήμα, ακόμα μια σπιθαμή προς τα πάνω. Ακόμα ένα δάκρυ που δε θα βγει απ' τα μάτια μου, ακόμα ένα γέλιο σε κάθε χτύπημα, ακόμα μια νίκη πάνω στον Τύραννο. Φτάνω στο βράχο του Πόνου. Τα δεσμά σφινώνουν στην άψυχη πέτρα για να μη βγουν ποτέ ξανά. Ακούω ένα ένα τα σφυριλατήματα του Ηφαίστου. Σαν σφραγίδες της αιώνιας καταδίκης μου,του ατέλειωτου μαρτυρίου μου ακούγονται και αντιλαλούν στα αφτιά μου. Είμαι εγώ και ο δήμιός μου πλέον. Τον ακούω δαιμονισμένο να έρχεται απ' τα ουράνια με μια μανία και μια οργή χωρίς άλλη όμοια.

Καταραμένο για πάντα να' σαι αρπακτικό, στοιχειό του θανάτου. Μια σκιά που πνίγει τις ελπίδες μας στο μαύρο. Είσαι μια σκιά, ένα ψέμα, δεν αξίζεις το φόβο μας, ούτε το δικό μου, ούτε των παιδιών μου!  Το όρνιο κάθεται δίπλα μου και αρχίζει να τρυπά το δέρμα μου, ψαχουλεύει για το έπαθλό του. Ο πόνος είναι ανυπολόγιστος πια. Καμιά κραυγή δε φτάνει για να απαλύνει το βάσανο. Το αίμα μου ποτίζει το βράχο και από την κορυφή αυτή του κόσμου ποτίζει την οικουμένη. Τις νύχτες βρέχει και η πληγή ξεπλένεται. Τη μέρα πάλι ο τιμωρός μου ξεσκίζει τα σπλάχνα κι απολαμβάνει έτσι φυσικά τον πόνο του θηράματος. Και μετά το ίδιο, και ξανά, και ξανά, για πάντα, αιώνια...

Έχω πια λυγίσει. Δεν μπορώ να κρατηθώ στα γόνατά μου. Τα χέρια μου κρέμονται από τις αλυσίδες. Το κεφάλι μου είναι χωμένο ανάμεσα στους ώμους μου. Κάθε δύναμη στο σώμα μου έχει στερέψει και το μόνο που θέλω είναι να δοθεί ένα τέλος σε τούτο το μαρτύριο μια για πάντα. Αλλά η βουλή του Τυράννου έχει προβλέψει αλλιώς. Με θέλει δεσμώτη στο διάβα του χρόνου, να ματώνω και να ταπεινώνομαι, να είμαι αυτό που θα φοβάστε να γίνετε και όχι αυτό που πρέπει να γίνετε. Οι μέρες περνούν βυθισμένες στη δοκιμασία. Οι νύχτες αναπληρώνουν τις δυνάμεις ισα ίσα για να μπορώ να αντέξω και την επόμενη. Έχω μια αιωνιότητα για να πεθάνω, μια ολόκληρη αιωνιότητα για να είμαι περήφανος για το έγκλημά μου. Τα δάκρυα έχουν στερέψει, δεν έχω φωνή να φωνάξω, έχω στραγγίξει από αίμα. Το σώμα μου δεν θυμίζει τίποτα από την αρχαία φωτεινή γενιά μου. Ταπεινώθηκα, ατιμώθηκα και τιμωρούμαι όσο άλλος κανείς. Και η ποινή δεν είναι για το παράπτωμα το ίδιο. Δεν είναι που έδειξα ανυπακοή στο νόμο, είναι που το έκανα με τη Θέλησή μου. Είναι που ούτε μια στιγμή δε μετάνιωσα γι' αυτό παρά τις συμφορές μου.

Είναι που μέσα στο χάος βρήκα ελπίδα στα μάτια σας, είδα τη φωτιά στις καρδιές σας και με κερδίσατε. Εκεί βρήκα το μόνο φως μέσα στο σκοτάδι της ματαιότητας αυτού του κόσμου. Σας είδα και είπα: " Τι πιο ευγενές από τούτο εδώ το πλάσμα, ένα πλάσμα που ξέρει να αγαπά και να φοβάται το άγνωστο γύρω του. Τι πιο όμορφο από ένα πλάσμα που παρά τη γύμνια του, την αδυναμία του και τη μοναξιά του σε αυτό το σύμπαν, θέλει να επιβιώσει. ΘΕΛΕΙ και έχει διαλέξει να ΜΑΘΕΙ. Ποιος είμαι εγώ που θα στερήσω αυτό το δώρο σε όποιον το επιθυμεί; Ποιος θεός είναι τόσο άκαρδος να αφήσει ό,τι πιο θαυμάσιο έχει υπάρξει στην Πλάση να ζει στο σκοτάδι της άγνοιας; Ποιος είμαι εγώ που θα πω ότι είμαι θεός ενώ είμαι μπροστά στους αληθινούς θεούς, εσάς κόρες μου και γιοι μου;".

Σας θαύμασα, γιατί διαλύσατε το σκοτάδι της ψεύτικης αθανασίας μου. Κατάρα ήταν για μένα να έχω μια ζωή ατέλειωτη και να ξέρω τα πάντα. Σε σας είδα αυτό που λείπει στους θεούς, αυτό που φοβούνται οι θεοί πιο πολύ. Τη θνητότητα. Αυτή τη βαθιά γνώση του πεπερασμένου της ζωής που δίνει νόημα σε κάθε πράξη, σε κάθε αγάπη και κάθε μίσος, σε κάθε ανάσα σας πάνω στη γη, σε κάθε μόχθο, σε κάθε σταγόνα από αίμα και ιδρώτα σας. Η θνητότητα σας έμαθε να αγωνίζεστε, να πολεμάτε. Τα βάλατε με την φύση και όλο τον κόσμο και είπατε "Θα ζήσω, θα επικρατήσω". Το είδα στο βλέμμα σας, Άνθρωποι. Δεν μπόρεσα παρά να σας αγαπήσω με όλη μου την καρδιά και ορκίστηκα να θυσιάσω την ανούσια αθανασία μου αν είναι να σας δώσω το όπλο εκείνο που θα σας κάνει αυτό που προορίζεστε να γίνετε.

Έκλεψα τη φλόγα της Γνώσης και τα δώρα μου σε σας αμέτρητα. Μα πιο πολλά, αγαπημένα μου παιδιά, είναι αυτά που εσείς θα βρείτε, τα δώρα που θα κάνετε εσείς σε σας. Σας έδωσα τους τρόπους να κατακτήσετε τη γη, τη θάλασσα, τον αέρα, τα θηρία, τον καιρό και την ασθένεια. Πάνω από όλα όμως σας έδωσα τη λαχτάρα να το κάνετε. Είναι λάγνα η Φωτιά της Γνώσης φίλοι μου. Μόνο εκεί θα βρείτε αποκούμπι στον πανικό του σύμπαντος, μόνο εκεί θα βρείτε εξηγήσεις και παρηγοριά, αλλά εκεί είναι που θα καείτε. Αγκαλιάστε τη και πέστε στις φλόγες μαζί της για πάντα, όπως σας αγκάλιασα κι εγώ και καταδικάστηκα σε τιμωρία δίχως τέλος. Θα γευτείτε πόνο χωρίς προηγούμενο, γιατί όταν κανείς μαθαίνει πονάει συνάμα. Μα ο φόβος σας για τον πόνο δεν είναι τίποτα μπροστά σε αυτή τη δύναμη που σας παρασύρει στην καταστροφική λύτρωση. Η Θέληση για Γνώση, μια δίψα αστείρευτη, μια πηγή μόνιμης, ακατάπαυστης και ανυπόταχτης βούλησης, ένας δαιμονισμένος σπόρος που γεννά την αμφιβολία. Αυτό φύτεψα μέσα σας. Το θέλατε! Τα άγρια πρόσωπά σας δεν μπορέσαν να μου το κρύψουν. Γι' αυτό σας λάτρεψα Άνθρωποι.

Γι' αυτό θέλησα να σας δωρίσω ό,τι πολυτιμότερο είχα. Εμένα τον ίδιο, το είναι μου. Σας χαρίστηκα. Ανάμεσα στους θνητούς Ανθρώπους έμαθα να είμαι θεός. Με τη Φλόγα μου έμαθε ο Άνθρωπος τον θεό, έμαθε πως θέλει να γίνει θεός, έγινε θεός.

Γι' αυτό και το χαμόγελό μου δε θα σβήσει ποτέ από το πρόσωπό μου. Η πίκρα του πόνου δε θα ξεπεράσει ποτέ την περηφάνεια μου για σας. Είστε το νόημα και ο λόγος μου στον κόσμο και δε θα μετανιώσω ποτέ γι' αυτό.

Γι' αυτό Άνθρωπε σου δίνω την πιο γλυκιά κατάρα. Είθε να περιπλανιέσαι πάντα στα πελάγη του Αγνώστου! Είθε να διψάς ες αεί και ες αεί να πίνεις το αλατισμένο νερό της Γνώσης, αυτό που ποτέ δε σε ξεδιψάει, αλλά φλογίζει κι άλλο τη μανία και τη λύσσα σου. Είθε να κατακτήσεις τον κόσμο σου, τον εαυτό σου, το θείο. Μακάρι παιδιά μου, ακόμα κι αν στρέψετε την πλάτη σας στο δώρο μου, να γεννιούνται έστω ελάχιστοι φορείς της Φωτιάς, του σπέρματός μου να σας θυμίζουν ποιοι πραγματικά είστε. Είθε οι φόβοι σας να πεθάνουν μια για πάντα και να λάμπετε μέσα στα σκοτάδια, όπως αντηχούν στο χρόνο οι κραυγές του πόνου μου προς ανάμνησή σας.

Να θυμάστε ποιοι είστε και τι είστε ικανοί να καταφέρετε, παιδιά μου. Να με θυμάστε, μη φοβηθείτε. Κι αν φοβηθείτε θα είμαι πάντα εκεί, στην Κορυφή του κόσμου να σας κοιτώ.

Εγώ, που στη σκιά μου πνίγω το μαύρο, ο φίλος σας, ο αδελφός και πατέρας σας, ο Τιτάνας, ο Άνθρωπος, ο Θεός.

Εγώ, ο Προμηθέας.